Τρίτη 30 Μαρτίου 2010

Υμνολογικοί διάλογοι Ρωμανού του Μελωδού


(από τη Μ. Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου)

Το έργο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού (που έζησε περίπου το 494 – 556 μ.Χ.) περιλαμβάνει αποκλειστικά ύμνους, τα λεγόμενα κοντάκια. Οι συναξαριστές κάνουν λόγο για 1000 περίπου κοντάκια. Ο αριθμός αυτός σίγουρα ακούγεται υπερβολικός. Ωστόσο θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από την εξαιρετική γονιμότητα του ποιητικού νου του Ρωμανού, χάρισμα που κατά πολύ ξεπερνούσε τους υπόλοιπους υμνογράφους της εποχής του και όχι μόνο…

Σήμερα δεν μπορούμε να έχουμε σαφή εικόνα για το συνολικό όγκο της παραγωγής αυτής. Δυστυχώς, με την πάροδο του χρόνου, πολλά κοντάκια έχουν χαθεί ή έχουν αλλοιωθεί ή σώζονται, αποσπασματικά, ενσωματωμένα σε μεταγενέστερους εκκλησιαστικούς ύμνους, τους κανόνες.

Από όλα τα σωζόμενα κοντάκια, 89 θεωρούνται έργα του Ρωμανού. Πρόκειται για 83 πλήρη κοντάκια με ρητή αναφορά στο όνομα του ποιητή, στην ακροστιχίδα (σύμφωνα με τις μαρτυρίες των χειρογράφων), και από τα άλλα 6 κοντάκια σώζονται μόνο αποσπάσματα.

Στα σωζόμενα κείμενα διακρίνονται δύο μεγάλες θεματικές ενότητες. Στα περισσότερα τα θέματα λαμβάνονται από τις Γραφές και προπαντός από την Καινή Διαθήκη (45 κοντάκια). Από τα υπόλοιπα, τα 30 έχουν ως θέμα διαφόρους Αγίους και τα 5 αναφέρονται σε περιστασιακά γεγονότα. Βασικός θεματικός άξονας στο έργο του Ρωμανού προβάλλει η Βιβλική παράδοση. Ωστόσο, πέρα από τα καθιερωμένα θέματα, όπως η Γέννηση, η Υπαπαντή, τα Επιφάνεια, βλέπουμε και νέα και πρωτότυπα, όπως οι ύμνοι «Εις την πόρνην», «Εις την προδοσίαν του Ιούδα», «Εις την άρνησιν του Πέτρου» κ.α. Α

Από πλευράς στιχουργικής, ως προς τη δομή, τη μορφή και το περιεχόμενο, οι Ύμνοι αυτοί αποτελούν δείγματα εξαίρετης ποιητικής τεχνικής. Ιδιαιτέρως, η τεχνική εκείνη η οποία κατέστησε προσφιλή τα κοντάκια του Ρωμανού είναι η διηγηματική απλότητα και ο χρησιμοποιούμενος διάλογος. Δειγματοληπτικά, θα αναφερθούμε σε κάποια αποσπάσματα από υμνολογικούς διαλόγους του, σχετικά με γεγονότα των οποίων «ανάμνησιν ποιούμεθα» την εβδομάδα των Παθών του Κυρίου.

Για να αναπτύξει τη διήγηση και να γεννήσει το διάλογο ο Ρωμανός δεν περιορίζεται στο θέμα του, που έχει λάβει από τις Γραφές ή από συναξάρια. Δημιουργεί ερωταποκρίσεις μεταξύ των προσώπων που πρωτοστατούν, αλλά κάποτε και ο ίδιος παρεισφρέει διαλεγόμενος με κάποιο από τα πρόσωπα και εκφράζοντας συναισθήματα και κρίσεις του.

Α. Στον Ύμνο του «Εἰς πόρνην», η αμαρτωλή γυναίκα παρουσιάζεται με μεγάλη φυσικότητα να σπεύδει προς τον πωλητή μύρων για να αγοράσει τα κατάλληλα μύρα, προορισμένα για το Νυμφίο Χριστό. Εκεί λοιπόν, στον «μυροπράτην», εξυμνεί το Χριστό και ο μυροπράτης αμφιβάλλει αν αυτή έχει χρήματα για να του πληρώσει το αγοραζόμενο εμπόρευμα. Το σχετικό τμήμα με μεγάλη δυσκολία θα μπορούσε σήμερα να αναγνωσθεί στους ιερούς ναούς, διότι πολύ πιθανόν ο ρεαλισμός του να σκανδάλιζε τους πιστούς…

«(…) Νευροῦται μεν ἡ πιστή, ποιεῖται δε τήν σπουδήν πρός τήν τοῦ μύρου ὠνήν, καί παραγίνεται βοῶσα τῶ μυροπράτῃ:

Γυναίκα: _ Δός μοι, εἰ ἔχεις ἄξιον τό μύρον τοῦ φίλου μου, τοῦ δικαίως φιλουμένου καί καθαρῶς, τοῦ πυρώσαντός μου πάντα καί τούς νεφρούς καί τήν καρδιαν. Μηδέν περί τιμήματος∙ τι ἀμφιβάλλεις μοι; εἰ δέοι μέχρι δέρματος καί τῶν ὀστέων μου ἑτοίμως ἔχω τοῦ δοῦναι τῶ σπεύσαντι καί ἐλθόντι καθᾶραι τῆς αἰσχύνης με…

Ὁ δε εἰδώς τῆς σεμνῆς τό θερμόν καί πρόθυμον, φησίν αὐτῆ:

Μυροπράτης: _ Λέξον μοι, τις ἐστιν ὅν ἀγαπᾶς; ὅτι τοσοῦτον σε πρός τό αὐτοῦ φίλτρον θέλγει; Ἆρα οὖν ἄξιον τί τούτου τοῦ μύρου μου;

Παραυτά δε ἡ ὁσία ἦρε φωνήν καί βοᾶ σύν παρρησία τῶ σκευαστῆ τῶν ἀρωμάτων:

Γυναίκα: _ Τί λέγεις μοι, ὦ ἄνθρωπε, ἔχειν τι ἄξιον; Οὐδέν αὐτοῦ ἀντάξιον τοῦ ἀξιώματος∙ οὐκ οὐρανός, οὔτε γαῖα, οὐδ΄ ὅλος τοῦτῳ ὁ κόσμος συγκρίνεται…»

­

Β. Στον ύμνο του: «Εἰς τήν ἄρνησιν τοῦ Πέτρου» ως πρότυπο είναι η διήγηση του Ματθαίου (κστ’ , 31 κ.ε.).

Γι’ αυτό το απόσπασμα αναφέρει ο Ρωμανός:

«… τά ὦτα πετάσωμεν», και τοῖς τοῦ Εὐαγγελίου ἐπακούσωμεν ῥητοῖς καί αὐτοῖς δῶμεν τον νοῦν. Φησί γάρ Ματθαῖος ἐν τῆ βίβλῳ…».

Ο διάλογος Χριστού – Πέτρου, κατά Ματθαίον, είναι ο επόμενος:

Χριστός: «Πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοί ἐν τῆ νυκτί ταύτῃ…»

Πέτρος: «Εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται ἐν σοί, ἐγώ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι.»

Χριστός: «Ἀμήν λέγω σοι, ὅτι ἐν ταύτῃ τῆ νυκτί πρίν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρίς ἀπαρνήσῃ με».

Να, πώς ο Ρωμανός διανθίζει αυτόν το διάλογο:

Χριστός: «Τι οὖν λέγεις φίλε Πέτρε; Οὐκ ἀρνήσῃ με, οὐ φεύγεις ἐμέ, οὐ καθελεῖς; Κἀγώ τοῦτο θέλω, ἀλλ΄ ἡ πίστις σου ἀστατος καί οὐκ ἀντιβαίνεις τοῖς πειρασμοῖς. Μέμνησαι πῶς παρά μικρόν κατεποντίσθης εἰ μή τήν παλάμην σοί ἐπέδωκα; Ἐπέζευσας σύν ἐμοί ἐν θαλάσσῃ, ὥσπερ κἀγώ, ἀλλ΄ εὐθέως ἐσείσθης καί ταχέως ἐσχίσθης. (…)

Ἰδοῦ καί νῦν λέγω σοι, ὅτι πρίν ἀλέκτορα φωνήσαι, τρις ψεύσῃ με καί ὡς κύματα θαλάσσης περικλύζει καί βυθίζει τήν ναῦν, τρίτον ἀρνῆ. Καί τότε μέν κράξας νῦν δέ κλαύσας εὑρήσεις με οὐ χεῖρα σοι δόντα, καθώς τό πρίν. Ταύτῃ γάρ κάλαμον λαβών ἄρχομαι γράφειν συγχώρησιν πᾶσι τοῖς ἐκ τοῦ Ἀδάμ. Ἡ σάρξ μου ἡ ἁγνή ὥσπερ χάρτης γίνεταί μοι καί το αἶμα μου μέλαν, ὅθεν βάπτω καί γράφω νέμων τήν δωρεάν…»

Πριν την άρνηση ο Πέτρος περιγράφεται ως «μη δυνάμενος» να απιστήσει στην αλήθεια των προρρήσεων του Κυρίου:

«Μικρόν οὖν ἡσύχασεν … ὀλίγον ἐπάυσατο ἀπό τῆς ἀδημονίας καί ἐκάθητο ἐντός τῆς αὐλῆς, σύννους, στυγνός…»

Ο Ρωμανός εδώ δε διηγείται απλώς, αλλά ζωηρεύει το λόγο του επιτιμώντας τον Απόστολο:

«Ἀφήκας ἀπόστολε ταχέως τό κράτημα καί κόρη σέ ἔρρηξε∙ ἀλλ΄ ἀνάστα καί ἐξάλλου καί ἀνάλαβε τήν πρώτην ἰσχύν ὡς ἀθλητής∙ οὐκ ἔχεις τήν πάλην πρός τινα δυνατώτερον. Καί πῶς κατηνέχθης λόγῳ ψιλῶ; Κόρη προσῆλθέ σοι μικρά, ἥτις καί τάχα ψελλίζουσα εἶπεν ἅ εἶπεν πρός σε. Καί ὥσπερ βρυγμόν κατεδέξω τόν ψελλισμόν, ἀπεκρίθης πρός ταύτην∙ οὐ γινώσκω τόν ἄνδρα, ἀγνοῶ τόν ἄνθρωπον…».

Αυτός ο ρεαλισμός του, που εκδηλώνεται στη διήγηση και στο διάλογο, αυτή η συναρπαστική ερμηνεία κοινών σε όλους μας θρησκευτικών βιωμάτων, καθώς και η διακριτική ανάμειξή τους με ανθρώπινες γνώσεις, καθιστούν τον Ρωμανό ιδιαίτερα θελκτικό εκκλησιαστικό υμνογράφο και την ποίησή του την αισθανόμαστε πολύ περισσότερο ανθρώπινη, από πολλά συναξάρια, που αντικατέστησαν τους περικαλλείς ύμνους του. Μια περιήγηση σε όσα κληροδότησε στην εκκλησιαστική λατρεία ο υμνογραφικός του χρωστήρας, δίχως άλλο θα μας ανταμείψει!

Λ.Κ.


Πηγές:

«Βυζαντινή υμνογραφία και ποίηση» Νικολάου Τωμαδάκη, εκδόσεις Πουρνάρα, Θεσ/νίκη 1993

«Ρωμανός ο Μελωδός» Μπάνεβ Γκέντσο, Εγκυκλοπαίδεια μείζονος Ελληνισμού, Κων/πολη 2009