Ένας ιστοχώρος Ορθόδοξου Χριστιανικού προσανατολισμού και προβληματισμού.



Μια προσπάθεια για μέθεξη στην πνευματικότητα, στα ιερουργούμενα της Ορθόδοξης Λατρείας και στην Εκκλησιαστική Ζωή.















ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ
Υπέρθυρο της εισόδου του Ναού

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ


           Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΛΛΥΡΙΚΟΥ

 
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ

Γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τον 2ο αι. από πλούσιους γονείς. Ο πατέρας του ήταν ύπατος της Ρώμης. Η μητέρα του Ανθία («της Ευανθίας γόνος», σύμφωνα με ένα τροπάριο -στιχηρό- του Εσπερινού) έγινε χριστιανή ακούοντας το κήρυγμα από μαθητές του αποστόλου Παύλου. Αυτή ανέλαβε και το βάρος της ανατροφής του μικρού Ελευθέριου μετά το θάνατο του πατέρα που συνέβη λίγο καιρό μετά τη γέννηση του. 

Η Ανθία του έδωσε χριστιανική ανατροφή και τον συνέδεσε με τον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο (155-166). Ο επίσκοπος, βλέποντας την θερμουργό πίστη και την ενάρετη ζωή του εφήβου Ελευθέριου, τον χειροτόνησε διάκονο στα 15 του χρόνια. Στη ηλικία των 17 ετών χειροτόνησε σε πρεσβύτερο τον αφοσιωμένο στην αποστολή του Ελευθέριο και στην ηλικία των 20 ετών του ανέθεσε τον επισκοπικό θρόνο της περιοχής του Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας, με έδρα την Αυλώνα.

Μα χειροτονήθηκε τόσο μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης… Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του. « Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα».

Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε «κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.

Ο εχθρός όμως της σωτηρίας μας διάβολος άρχισε τον πόλεμο εναντίον του. Τότε ο διώκτης αυτοκράτορας Αδριανός έμαθε τη δράση του αγίου στην Ιλλυρία και έστειλε ένα στρατηγό του, τον Φήλικα, να τον συλλάβει. Αυτός ξεκίνησε με άγριες διαθέσεις. Έφτασε στην Αυλώνα, περικύκλωσε το ναό που βρισκόταν ο άγιος και μπήκε με απόφαση να τον σύρει έξω με τη βία. Γοητεύτηκε όμως από τη διδασκαλία του αγίου. Το άγριο βλέμμα του ημέρεψε. Ο λύκος έγινε πρόβατο. Ο διώκτης έγινε μαθητής. Πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε. Ο στρατηγός Φήλικας ξεχνά την εντολή του αυτοκράτορα. Ο άγιος όμως Ελευθέριος αφού τον προετοίμασε τον διέταξε να εκτελέσει τη διαταγή του αυτοκράτορα για να μή «ζημιωθεί του μαρτυρίου τον στέφανον».

Μετά από λίγες μέρες έφτασαν στη Ρώμη και ο άγιος παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα. Κατά τη συνήθειά του ο διώκτης στη αρχή κολάκευσε τον άγιο, του υποσχέθηκε πλούτο, δόξα και τιμές και μετά τον απείλησε με τα φοβερά μαρτύρια που θα ακολουθούσαν αν δεν θυσίαζε στος Θεούς. Όπως ήταν φυσικό ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη και παρουσίασε την ανοησία της ειδωλολατρικής θρησκείας.

Ο Αδριανός τον υπέβαλε στα παρακάτω βασανιστήρια.

α. Τον έβαλε σε πυρακτωμένο κρεβάτι για να ψηθεί. Ο Θεός όμως έστειλε δροσία στον γενναίο ομολογητή και ανακούφισε τους πόνους του. Όταν διέταξε ο αυτοκράτορας να πάρουν τον άγιο από το κρεβάτι, νομίζοντας τον νεκρό, ο ίδιος σηκώθηκε και έψαλλε το « Υψώσω σε, ο Θεός μου, ο βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομα σου…». Ανέφερε δε στον τύραννο ότι η σωτηρία του έγινε από τον μόνο αληθινό Θεό και όχι από τους δικούς του ψεύτικους Θεούς.

β. Τον τοποθέτησε σε ειδικό μεγάλο τηγάνι που είχαν για τον βασανισμό των χριστιανών. Αφού έκαψε το λάδι έβαλαν τον άγιο μέσα σ’ αυτό. Πάλι όμως θαυματούργησε ο Θεός. Έσβησε τη φωτιά και κρύωσε το λάδι δροσίζοντας με τη θεία Χάρη του τον άγιο.

γ. Μεγάλος λέβητας (καζάνι) με λίπος, κερί και πίσσα. Αφού με δυνατή φωτιά κόχλαζαν τα υλικά έριξαν μέσα τον μάρτυρα του Χριστού, ο οποίος έμεινε εντελώς ανέπαφος ελέγχοντας τον αυτοκράτορα ότι είναι σάν τους λύκους της Αραβίας που καταδιώκουν τα ήμερα πρόβατα του Χριστού.

Τότε πλησίασε τον αυτοκράτορα ο έπαρχος της Ρώμης Κορέμων, άνθρωπος σκληρόκαρδος, πολυμήχανος και ευφάνταστος στο να βρίσκει βασανιστήρια και του είπε ότι θα πείσει τον Ελευθέριο να αρνηθεί την πίστη του. Κατασκεύασε μια κάμινο με μυτερά σουβλιά για να ρίξει μέσα τον προσευχόμενο αθλητή του Χριστού που παρακαλούσε να αξιώσει τους διώκτες του να αφήσουν το ψέμα της ειδωλολατρίας και να γνωρίσουν την αλήθεια. Και ο Θεός άκουσε τη δέησή του. Συνέβη και πάλι το θαύμα του Χριστού όπως προηγουμένως στον Φίληκα.

Ο Κορέμων φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Πλησίασε τον αυτοκράτορα και του είπε: Τί κακό έκανε ο Ελευθέριος και τον καταδίκασες σε τόσο σκληρό θάνατο; Ο αυτοκράτορας έμεινε έκπληκτος και οργισμένος διέταξε να βάλουν μέσα στο καμίνι με τα καρφιά τον Κορέμωνα, ο οποίος φώναξε στον άγιο να τον βοηθήσει με την προσευχή του. Ο Κορέμων μπήκε και βγήκε μέσα στον κλίβανο χωρίς να πάθει τίποτε. Ο αυτοκράτορας βλέποντας την ήττα των θεών του διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό του. Έτσι με λίγο κόπο και σε μια στιγμή ο έπαρχος της Ρώμης κέρδισε την αιώνια ζωή με το βάπτισμα του μαρτυρίου.

Μετά μπήκε στον πυρακτωμένο κλίβανο ο ιερομάρτυρας Ελευθέριος. Πάλι η χάρη και η δύναμη του Θεού θαυματούργησε. Η φωτιά έσβησε και τα σουβλερά καρφιά λύγισαν ώστε να μη βλάψουν το σώμα του. Ο λαός που παρακολουθούσε φώναζε δυνατά: «μέγας ο Θεός των χριστιανών» ο αυτοκράτορας όμως έμεινε ψυχικά τυφλός.

δ. Ο άγιος στη φυλακή. Ο αυτοκράτορας διέταξε να φυλακιστεί ο άγιος στις σκοτεινές φυλακές της Ρώμης για να πεθάνει από την πείνα. Εκεί ο Θεός έστελλε τροφή στο άγιο με ένα περιστέρι.

ε. Δεμένος σε ατίθασσα άλογα. Αφού δεν πέθανε στη φυλακή από πείνα, όπως περίμενε ο αυτοκράτορας, έδωσε εντολή να τον δέσουν σε δυό ατίθασσα άλογα και να τα κεντρίσουν να τρέχουν δυνατά ώστε να κατακοπούν οι σάρκες του αγίου και να πεθάνει. Άγγελος Κυρίου ημέρεψε τα άλογα, έλυσε τον άγιο από τα δεσμά και τον οδήγησε σε ένα βουνό στο οποίο έμεινε προσευχόμενος. Κάθε φορά που ο άγιος έψαλλε δοξολογώντας και υμνώντας τον Κύριο μαζεύονταν τα αγρίμια του δάσους και έμενα ακίνητα και σιωπηλά σκύβοντας το κεφάλι τους δείχνοντας το σεβασμό τους.

Στ. Το μαρτυρικό τέλος του. Μερικοί κυνηγοί που είδαν τον άγιο στο βουνό το ανέφεραν στον αυτοκράτορα που έστειλε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να τον συλλάβει. Τα άγρια θηρία όρμησαν εναντίον των στρατιωτών. Ό άγιος τα διέταξε να ηρεμήσουν και να γυρίσουν στις φωλιές τους. Ακολούθησε τους στρατιώτες διδάσκοντάς τους να αρνηθούν την πλάνη τους. Μερικοί πίστεψαν.

Όταν έφτασαν στη Ρώμη ο αυτοκράτορας είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στη ζωή του μάρτυρα. Ήθελε όμως να δώσει και θέαμα στους Ρωμαίους. «Άρτος και θεάματα» ήταν η προσφιλής τακτική της τότε εποχής. Το ίδιο δεν γίνεται και σήμερα; Στη αρένα της τηλεόρασης βλέπουμε να ρίχνονται στα σαρκοβόρα θηρία που βρυχόνται με μανία και διψούν για ανθρώπινο αίμα και να καταδικάζονται με κατασκευασμένα στοιχεία αθώοι άνθρωποι γιατί πρέπει να προσφερθεί «θέαμα». Τον «άρτον», τις παχυλές δηλ. αμοιβές, τις απολαμβάνει όχι ο λαός, αλλά οι διάφοροι «δαιμόνιοι» (κατάλληλη λέξη! Κατεχόμενοι από δαιμονικό πνεύμα) δημοσιογράφοι, οι οποίοι φυσικά εκφράζουν τη φωνή και τα συμφέροντα του κυρίου τους.

Οδήγησαν τον άγιο Ελευθέριο μέσα στην αρένα (στάδιο) και άφησαν στην αρχή μια πεινασμένη και άγρια λέαινα και μετά ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξουν. Τα θηρία πλησίασαν σαν ήμερα ζώα τον άγιο και του φιλούσαν τα πόδια δείχνοντας την αγάπη και την συμπάθεια τους ( έφραξας στόματα λεόντων, εις ημερότητα αυτών μεταποιήσας την αγριότητα). Βλέποντας ο αυτοκράτορας τη συμπεριφορά των λιονταριών και ακούοντας την ιαχή του πλήθους «μέγας ο Θεός των χριστιανών» διέταξε τον αποκεφαλισμό του ομολογητή της πίστεως και νεότατου στην ηλικία ιεράρχη μέσα στην αρένα.


Με την αποκοπή της κεφαλής έβαψε ο άγιος την αρχιερατική του στολή με το αίμα του μαρτυρίου. «Της ιεραρχίας την στολήν εφοίνιξας (έκανες κόκκινη) ταις ροαίς των αιμάτων σου» όπως ψάλλουμε στο δοξαστικό του Εσπερινού. Ο σοφός Ελευθέριος κοσμημένος με το ιερατικό ένδυμα (ιερέων ποδήρει κατακοσμούμενος) που έσταζε από το ποτάμι των αιμάτων του ( και αιμάτων τοις ρείθροις επισταζόμενος) έτρεξε ευτυχισμένος στον Δεσπότη Χριστό (τω Δεσπότη σου Χριστώ μάκαρ ανέδραμες). Ο Ελευθέριος ως αδούλωτος στο νου, ενώ έβλεπε τα σπαθιά δεν υποδουλωνόταν στην πλάνη (Ελευθέριος, ως αδουλόνους φύσει, σπάθας θεωρών, ουκ εδουλούτο πλάνη) όπως λέει το δίστιχο του συναξαρίου.

Τη σκηνή του μαρτυρίου παρακολουθούσε η μητέρα του Ανθία. Έτρεξε τότε και αγκάλιασε το άψυχο σώμα του μάρτυρα και το καταφιλούσε, «ησπάζετο το γλυκύ τέκνον, η καλώς γεννησαμένη και θρεψαμένη». Εκείνη τη στιγμή οι άσπλαχνοι δήμιοι την αποκεφάλισαν και έτσι την οδήγησαν « εις ουρανίους θαλάμους» μαζί με τον υιό της.

Στη Ελλάδα ο άγιος Ελευθέριος θεωρείται βοηθός των εγκύων γυναικών. Τους δίνει «καλή λευτεριά». Πολλές γυναίκες επικαλούνται τη βοήθεια του και ακουμπούν το εικονισματάκι του αγίου πάνω τους. Η αντίληψη αυτή αναφέρεται και σ’ ένα προσόμοιο στιχηρό της εορτής. « Των επιτόκων γυναίων, Πάτερ, κηδόμενος, ελευθερίαν δίδως, τω ναώ σου φοιτώσαις…» Δηλ. φροντίζεις, Πάτερ, τις έγκυες γυναίκες που καταφεύγουν στο ναό σου δίνοντας του ελευθερία. Επίσης υπάρχων ο άγιος συνώνυμος της ελευθερίας είναι εκείνος στον οποίον προστρέχουν οι πιστοί για να επικαλεστούν τις προς τον Κύριο πρεσβείες του και τη βοήθεια και προστασία του, όταν τη στερούνται π.χ. φυλακισμένοι αλλά και όλοι όσοι έχουν την ανάγκη της βοήθειας του στον αγώνα της απελευθέρωσης από τα πάθη.

Μαζί με τον άγιο Ελευθέριο γιορτάζουν και οι άγιοι συμμάρτυρες του, η μητέρα του Ανθία, ο άγιος Κορέμων αλλά και οι δύο δήμιοι που τον αποκεφάλισαν και αποκεφαλίστηκαν γιατί πίστεψαν στον Χριστό.

 

Απολυτίκιο Αγίου Ελευθερίου
Ἱερέων ποδήρει κατακοσμούμενος, καὶ αἱμάτων τοῖς ῥείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότῃ σου Χριστῷ μάκαρ ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατᾶν. Διὸ μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

 
 
 
 
 
 
 
 
 

Ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων (Δ΄ αἰ.), σέ μιά ἀπό τίς μυσταγωγικές του Κατηχήσεις, ἑρμηνεύει μέ ἁπλότητα, ἀλλά καί βαθύτητα, τό «Πάτερ ἡμῶν...», βοηθώντας μας νά τό κατανοήσωμε καλύτερα.
Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι παρεκάλεσαν τόν Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς προσεύχεσθαι, καθώς Ἰωάννης ἐδίδαξε τούς μαθητάς αὐτοῦ» (Λουκ. ια΄, 1). Τότε ὁ Κύριος τούς παρέδωσε τήν Κυριακή προσευχή (Ματθ. στ΄, 9-13).

Πάτερ ἡμῶν
Ἡ πρώτη λέξι, πόσο εἶναι γλυκειά! Μέχρι τώρα δέν τολμούσαμε νά στρέψωμε τό βλέμμα πρός τόν οὐρανό. Χαμηλώναμε τά μάτια στήν γῆ καί, ξαφνικά, δεχθήκαμε τήν χάρι τοῦ Χριστοῦ κι ὅλα τά ἁμαρτήματά μας συγχωρέθηκαν. Ἀπό πονηροί δοῦλοι, πού ἤμασταν, ἐγίναμε καλοί «υἱοί». Μήν ὑπερηφανευώμεθα, ὅμως,γιά τήν δική μας προσπάθεια, ἀλλά γιά τήν χάρι τοῦ Χριστοῦ. «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφεσ. β΄,5). 
 
Τό νά ὁμολογήσωμε τήν χάρι δέν εἶναιοἴησι, δέν εἶναι ἔπαρσι, ἀλλά πίστι. Τό νά διακηρύξωμε αὐτό πού ἐλάβαμε δέν εἶναι ὑπερηφάνεια, ἀλλά ἀφοσίωσι.ἄς ὑψώσωμε τά μάτια πρός τόν Πατέρα, πού μᾶςἀναγέννησε μέ τό λουτρό τοῦ Βαπτίσματος, πρός τόν Πατέρα, πού μᾶς «ἐξηγόρασε» μέ τόν Υἱό Του κι ἄς ποῦμε: «Πάτερ ἡμῶν».
 
Εἶναι αὐτή μιά καλή, μιά ταπεινήκαύχησι. Σάν ἕνα παιδί, Τόν ὀνομάζομε πατέρα. Ἀλλά, μή διεκδικοῦμε κάποιο προνόμιο. Μέ τόν εἰδικό κι ἀπόλυτο τρόπο δέν εἶναι Πατέρας παρά τοῦ Χριστοῦ μονάχα.Γιά μᾶς εἶναι ὁ κοινός Πατέρας. Γιατί μόνο Ἐκεῖνον τόν ἐγέννησε, ἐνῶ ἐμᾶς μᾶς ἐδημιούργησε. Ἄς λέμε λοιπόν καί μεῖς, κατά χάριν, «Πάτερ ἡμῶν», γιά νά γίνωμεἄξιοι νά εἴμαστε παιδιά Του. Ἄς κάνωμε δική μας τήν εὔνοια καί τήν τιμή, πού ἐχάρισε στήν Ἐκκλησία.

Ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς
Τί σημαίνει «ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»; ἄς ἀκούσωμε τήν Γραφή, πού λέγει: «Ὑψηλός ἐπί πάντα τά ἔθνη (ὑψηλότερος ἀπὸ ὅλα τά ἔθνη), ὁ Κύριος, ἐπί τούς οὐρανούς ἡδόξα αὐτοῦ» (Ψαλμ. ριβ΄, 4). Παντοῦ θά δοῦμε νά γίνεται λόγος ὅτι ὁ Κύριος εἶναι στούς οὐρανούς, γιά τούς ὁποίους λέγει ὁ ψαλμωδός: «Οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξανΘεοῦ» (Ψαλμ.ιη΄,2). Ὁ οὐρανός εἶναι ἐκεῖ ὁπού ἔχουν σταματήσει οἱ ἁμαρτίες. Ὁ οὐρανός εἶναι ἐκεῖ ὁπού οἱ παραβάσεις τιμωροῦνται. Ὁ οὐρανός εἶναι ἐκεῖ ὁπού δένὑπάρχει καμμιά πληγή θανάτου.

Ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου
Τί σημαίνει «ἁγιασθήτω;». Σάν νά εὐχώμαστε νά ἁγιασθῆ Ἐκεῖνος, πού εἶπε:»ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιος ἐγώ Κύριος ὁ Θεός ὑμῶν» (Λευϊτ. ιθ΄, 2). Σάν νά ἔχη τήνδύναμι ὁ δικός μας λόγος, νά αὐξήση τή δική Του ἁγιότητα... Ὄχι, δέν εἶναι αὐτό. Ζητᾶμε νά ἁγιασθῆ ὁ Θεός «ἐν ἡμῖν», ἐντός μας. Τό ἁγιαστικό του ἔργο νά φθάση σέμᾶς.

Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου
Ἆρα γε δέν εἶναι αἰώνια ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὁ Ἰησοῦς λέγει: «Ἐγώ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καί εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τόν κόσμον» (Ἐγώ γι᾿ αὐτό γεννήθηκα καί γι᾿αὐτό ἦλθα στόν κόσμο, Ἰωάν. ιη΄, 37), καί μεῖς λέμε: «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», σάν νά μήν ἔχη ἔλθει. ὅμως, τό αἴτημα αὐτό ἔχει ἕνα διαφορετικό νόημα. Ὁ Θεός ἔρχεται,ὅταν δεχώμαστε τήν χάρι Του. Ὁ ἴδιος τό βεβαιώνει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι» (Λουκ. ιζ΄, 21).

Γενηθήτω τό θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς
Μέ τό Αἶμα τοῦ Χριστοῦ ὅλα εἰρήνευσαν καί στόν οὐρανό καί στήν γῆ. Ὁ οὐρανός ἁγιάσθηκε, ὁ διάβολος ἐκδιώχθηκε. Βρίσκεται πιά ἐκεῖ, ὁπού βρίσκεται ὁἄνθρωπος, τόν ὁποῖον ἀπάτησε. «Γενηθήτω τό θέλημά σου» σημαίνει νά ἔλθη εἰρήνη στήν γῆ, ὅπως ὑπάρχει στόν οὐρανό.

Τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον
Προτοῦ ἐκφωνήσει ὁ ἱερέας, κατά τήν Θ. Εὐχαριστία, τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Λάβετε φάγετε... πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες...», αὐτό πού προσφέρομε ὀνομάζεται ἄρτος. Μετά τήν ἐκφώνησι δέν τό ὀνομάζομε πιά ἄρτο, ἀλλά Σῶμα. Γιατί, ὅμως, στήν Κυριακή προσευχή, τήν ὁποίαν ἀπαγγέλλομε μετά τόν καθαγιασμό, λέμε «τόν ἄρτονἡμῶν»; ...Ἀλλά, προσθέτομε «τόν ἐπιούσιον», δηλαδή τόν ἀπαραίτητο γιά τήν συντήρησι τῆς οὐσίας. Τήν ὑπόστασι τῆς ψυχῆς μας δέν τήν ἐνισχύει ὁ ἄρτος ὁ ὑλικός, πού μπαίνει στό σῶμα μας, ἀλλ᾿ ὁ ἄρτος ὁ οὐράνιος. Τόν ὀνομάζομε, ὅμως, κι «ἐπιούσιο», πού σημαίνει ἐπίσης «καθημερινό», γιατί οἱ ἀρχαῖοι ὀνόμαζαν τήν «αὔριον»: «ἐπιοῦσαν ἡμέραν». Ἔτσι ἐκφράζομε δύο ἔννοιες μέ μιά λέξι.

Ἐάν, ὅμως, ὁ ἄρτος αὐτός εἶναι καί καθημερινός καί ἀπαραίτητος γιά τήν συντήρησι τῆς οὐσίας, γιατί περιμένομε νά περάση ἕνας ὁλόκληρος χρόνος, γιά νάμεταλάβωμε; ἄς λάβωμε κάθε ἡμέρα αὐτό πού μᾶς χρειάζεται κάθε ἡμέρα. Ἄς ζοῦμε κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά εἴμεθα ἄξιοι νά μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα. Γιατί,ἐκεῖνος πού δέν εἶναι ἄξιος νά τόν λαμβάνη κάθε ἡμέρα, δέν θά εἶναι ἄξιος νά τόν δεχθῆ οὔτε μιά φορά τόν χρόνο. 
 
Ὁ Ἰώβ προσέφερε κάθε ἡμέρα θυσία γιά τούς γιούςτου, ἀπό φόβο μήπως διέπραξαν κανένα ἁμάρτημα μέ τά λόγια ἤ μέ τίς ἐνθυμήσεις τῆς καρδιᾶς τους (Ἰώβ α΄, 5). Καί μεῖς ἀκοῦμε πώς, κάθε φορά πού προσφέρεται ἡἀναίμακτος θυσία, ἀναπαριστάνεται ὁ θάνατος καί ἡ Ἀνάστασι καί ἡ Ἀνάληψι τοῦ Κυρίου, καί ξαναδίδεται ἡ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν, καί δέν δεχώμεθα τόν ἄρτο τῆςζωῆς; Ὅποιος ἔχει μιά πληγή ζητάει κάποιο φάρμακο. Τό νά εἴμαστε ὑποταγμένοι στήν ἁμαρτία εἶναι μιά πληγή.
 
Τό οὐράνιο φάρμακο εἶναι τά ἄχραντα Μυστήρια.
Ἄν μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα, τότε ἡ κάθε ἡμέρα εἶναι γιά μᾶς μία «σήμερον». Ἐάν σήμερα ὁ Χριστός εἶναι μέσα μας, ἀναγεννάει κι ἀνασταίνει τήν σημερινή μας ἡμέρα. Μέ ποιόν τρόπο; Ὁ Πατήρ ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς λέγει στόν Ἰησοῦ: «Υἱός μου εἶ σύ, ἐγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Ψαλμ. β΄, 7). Τό «σήμερον» εἶναι ἡ ἡμέρα κατάτήν ὁποίαν ὁ Χριστός ἀνασταίνεται. Ὑπάρχει τό χθές καί τό σήμερα. ὅμως, ὁ Ἀπόστολος λέγει: «Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ. ιγ΄, 12). Ἡ νύχτα τῆς«χθές» πέρασε. Ἡ σημερινή ἡμέρα ἔφθασε.

Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν,ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν
 
 

Ποιό ἄλλο εἶναι τό «ὀφείλημα», τό χρέος, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία; ἄν δέν δεχώμασταν χρήματα ἀπό ἕναν ξένο δανειστή, δέν θά χρωστούσαμε. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτόντόν λόγο μᾶς καταλογίζεται ἁμαρτία.

 
Εἴχαμε στήν διάθεσί μας τό «χρῆμα» καί ὠφείλαμε μ᾿ αὐτό νά γεννηθοῦμε πλούσιοι. Ἤμασταν πλούσιοι, πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα καί καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ» (Γεν. α΄, 26-27). Ἐχάσαμε αὐτό πού κατείχαμε, δηλαδή τήν ταπείνωσι, ὅταν ἀπό ὑπερηφάνεια προεβάλαμε διεκδικήσεις. Ἐχάσαμε τό χρῆμα μας. Ἐμείναμε γυμνοί σάν τόνἈδάμ. Πήραμε ἀπό τόν διάβολο ἕνα δάνειο, πού δέν μᾶς ἦταν ἀπαραίτητο. Κι ἔτσι ἐμεῖς, πού ἤμασταν ἐλεύθεροι «ἐν Χριστῷ», ἐγίναμε αἰχμάλωτοι τοῦ διαβόλου. Ὁἐχθρός κρατοῦσε τό γραμμάτιο. 
 
 
 
Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος τό κάρφωσε πάνω στόν Σταυρό καί τό ἔσβησε μέ τό Αἶμα Του (Κολ. β΄,14-15). Ἐξάλειψε τό χρέος καί μᾶς ἐλευθέρωσε.Ἑπομένως ἔχει ἰδιαίτερη σημασία αὐτό πού λέμε: 
« ῎Αφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἄς τό προσέξωμε: «ἄφες ἡμῖν..., ὡς καίἡμεῖς ἀφίεμεν...», (Συγχώρησέ μας..., ὅπως κι ἐμεῖς συγχωροῦμε). Ἄν συγχωροῦμε, τότε κάνομε κάτι πού εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεσι γιά νά συγχωρηθοῦμε. Ἄν δένσυγχωροῦμε, πῶς ζητοῦμε, πῶς ἀπαιτοῦμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς συγχωρήση;

Καί μή εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν,ἀλλά ρύσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ
Ἄς τό προσέξωμε αὐτό: «Μή εἰσενέγκης», μή μᾶς ἀφήνεις νά πέσωμε σέ πειρασμό, στόν ὁποῖο δέν μποροῦμε νά ἀντισταθοῦμε. Δέν λέγει: «Μή μᾶς ὁδηγεῖς στόνπειρασμό». Ἀλλά σάν ἀθλητές, πού θέλουμε νά ἀγωνιστοῦμε, ζητᾶμε νά ἔχωμε τήν δύναμι ν᾿ ἀντισταθοῦμε στόν ἐχθρό, δηλαδή στήν ἁμαρτία.
 
 Ὁ Κύριος, πού σήκωσε στούς ὤμους Του τίς ἁμαρτίες μας καί συγχώρησε τά λάθη μας, εἶναι ἱκανός νά μᾶς προστατεύση καί νά μᾶς φυλάξη ἀπό τά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου, πού μᾶςπολεμάει, ὥστε ὁ ἐχθρός, πού γεννάει συνεχῶς τό κακό, νά μή μᾶς κατακτήση. ὅποιος ἐμπιστεύεται στόν Θεό, δέν φοβᾶται τόν διάβολο. Γιατί «εἰ ὁ Θεός ὑπέρ ἡμῶν, τίςκαθ᾿ ἡμῶν;» (Ρωμ. η΄, 31). Σ᾿ Αὐτόν, λοιπόν, ἀνήκει ἡ τιμή καί ἡ δόξα, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
 
Πηγή: http://www.alopsis.gr/

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Η θεολογία της… Γκρίνιας

 

I-theologia-tis-gkrinias«Sophia Drekou»Aenai-EpAnastasi.
           

Φεύγε, σιώπα, ησύχαζε. Περιμάζεψε τον εαυτό σου από κάθε μάταιο περισπασμό.
 
τoυ Οσιολογ. Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου

Από καιρό ήθελα να γράψω για το φαινόμενο αυτό. Δίσταζα. Τελικά, όπως βλέπετε, το αποφάσισα. Ίσως με τα παρακάτω να κρίνω και τον εαυτό μου. Μάλλον. Από ετών παρατηρείται το φαινόμενο μιας συνεχούς γκρίνιας για τα εκκλησιαστικά δρώμενα από διάφορους κληρικούς, λαϊκούς και μοναχούς, θεολόγους και μη, γνωστούς, ειδικούς, ονομαστούς (δεν θα ήθελα ν’ αναφέρω ονόματα εδώ), με βιβλία κι άρθρα, σε περιοδικά κι εφημερίδες, για τα κακώς κείμενα, για τους κακούς χριστιανούς, τους λαθεμένους κληρικούς, τους αβαθείς αρχιερείς, τις ανοημάτιστες εορτές, τις αντιπαραδοσιακές εθιμοτυπίες, τις λατρευτικές απροσεξίες, τα αήθη ήθη, τ’ αθεολόγητα κηρύγματα, τη νοσηρή λαϊκή ευσέβεια και λοιπά πολλά γνωστά. Θα προσπαθήσω να ’μαι σύντομος.
 
Οι ασχολούμενοι αρκετά με αυτή τη μονότονη γκρινιάρικη και παραπονιάρικη κριτική δεν λέγω ότι σε πολλά δεν έχουν και δίκιο, όμως τελικά κουράζονται και κουράζουν και φοβάμαι πως ζητούν πολλά από τους άλλους με περισσή αυστηρότητα, παραβλέποντας τον εαυτός τους, ή βλέποντάς τον με μπόλικη επιείκεια, εύκολα δικαιολογούμενοι και κινούμενοι κάποτε από προσωπικές τους δυσκολίες, ελλείψεις, αστοχίες, λάθη, προβλήματα, προβληματισμούς και κενά. Μακάρι να λαθεύω.
 
Δεν λέγω πως μόνο οι άγιοι μπορούν να κρίνουν, ούτε πως αντικειμενικά δεν υπάρχουν θέματα προς κρίση και διόρθωση. Μιλώ για μια τυπική τακτική μόνιμης σφοδρής κριτικής των πάντων απ’ ορισμένους, που ξαφνικά ανακάλυψαν την ορθότητα, ωσάν η Εκκλησία επί αιώνες να ήταν σε νάρκη, κι εκείνοι να υπήρξαν οι θεόσταλτοι διορθωτές των κακώς κειμένων της Εκκλησίας, όψιμοι σωτήρες της, θεολόγοι της γκρίνιας, σχολαστικοί, ορθολογιστές, ανελεήμονες, ακριβοδίκαιοι και άτεγκτοι.
 
Μάλιστα αυτή η θεολογική γκρίνια, ταπεινόλογη και ταπεινόσχημη ενίοτε κι άλλοτε φαρισαϊκή κι επηρμένη, μένει μόνο σε παρατηρήσεις, δίχως να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις και να δίνει κουράγιο κι ελπίδα στον σύγχρονο κουρασμένο άνθρωπο, που, τουλάχιστον στην αρχή, έχει μεγάλη την ανάγκη της παραμυθίας, του κουράγιου και της ελπίδος. Παρουσιάζοντας συνεχώς σκάνδαλα, ξεσκεπάζοντας σκανδαλοποιούς, βάζοντας τον καθένα στη θέση του, σαν μυστικοί σκανδαλοθήρες, μήπως γινόμαστε πρόξενοι σκανδαλισμού; Γνωρίζετε ότι τα πιο αυστηρά λόγια ο Χριστός τα είπε για τους υποκριτές και τους σκανδαλίζοντες…
 
Οι θεολόγοι της γκρίνιας είναι ορισμένοι. Είναι βέβαια συμπαθείς κι όμως κιόλας είπα λέγουν κι αρκετά ορθά, όμως λέγοντας πάντα πολλά και συνέχεια διορθωτικά κι επιτιμητικά νομίζω χάνουν. Ευτυχώς που δεν λαμβάνουν και καίριες αποφάσεις, γιατί όλοι θα ήμασταν από καιρό απωλεσμένοι. Λίγη συγκατάβαση, επιείκεια, ανεκτικότητα, συγχωρητικότητα και φιλαδελφία δεν βλάπτει.
 
Δηλαδή θα καλύπτουμε τα λάθη και δεν θα διορθώνουμε τα σφάλματα; κανείς ποτέ δεν είπε αυτό. Όμως κι αυτό το συνεχές κυνηγητό και κατηγορητήριο, η υψωμένη βέργα, η ασίγαστη παρατηρητικότητα, η αξεκούραστη αυστηρή κριτική, η διόγκωση των ελλείψεων, μήπως προέρχεται από εσωτερική ακαταστασία, απουσία αυτογνωσίας, προσευχής κι εμπιστοσύνης στον Θεό;
 
Οι νηπτικοί θεολόγοι για το υπάρχον κακό οίκτειραν τον εαυτό τους κι όλα τα ’βλεπαν καλά λίαν κι ο αδελφός τους ήταν ο Θεός τους και για τις πτώσεις του έκλαιγαν οι ίδιοι ως κύριοι αίτιοι. Μήπως αυτή η θεολογία της γκρίνιας ταυτίζεται μ’ ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό αφιλαδελφείας, αφιλοτεκνίας, αφιλανθρωπίας και τελικά αφιλοθείας; Ας μελετηθεί ξανά η παραβολή των ζιζανίων.
 
Ένας γέροντας έλεγε: «Συνέχεια περί ηθικής συνήθως ομιλούν οι ανήθικοι». Και: «Το μεγαλύτερο θαύμα της Ορθοδοξίας είναι ότι διαφυλάχθηκε αλώβητη, παρά τους τόσους ανάξιους εκφραστές της». Λέγοντας αυτά ουδόλως μιλούμε περί ψευδοεφησυχασμού, ανόητης οφθαλμαπάτης, δαιμονοκίνητης αγγελολογίας και χαζοχαρούμενης ωραιολογίας, αλλά περί ανδρείας και θεοχαρίτωτης αυτογνωσίας, προς θεοαγάπητη αδελφογνωσία, μετά αγιοπατερικής αλληλοπεριχωρήσεως, αλληλοσεβασμού και αλληλοκατανοήσεως προς θεογνωσία και θεοληψία. Η θεολογία της γκρίνιας ας αφεθεί στους θεολόγους της «χαράς», του «έρωτος» και της «δικαιοσύνης»…

Πηγή: Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Σύναξη», Ιανουάριος – Μάρτιος 2003
           http://www.diakonima.gr/