Ένας ιστοχώρος Ορθόδοξου Χριστιανικού προσανατολισμού και προβληματισμού.



Μια προσπάθεια για μέθεξη στην πνευματικότητα, στα ιερουργούμενα της Ορθόδοξης Λατρείας και στην Εκκλησιαστική Ζωή.















ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ
Υπέρθυρο της εισόδου του Ναού

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

ΑΓΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΕΠΤΑΠΥΡΓΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


 
 
H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΤΗΤΟΡΟΣ ΤΟΥ
Επιμέλεια: Αρχιμ. Γρηγόριος Παπούλας 

Το Eπταπύργιο της Θεσσαλονίκης, είναι ένας ιστορικός αρχαιολογικός χώρος της πόλης, που βρίσκεται στο βορειοανατολικό τείχος της, στην κορυφή της Ακρόπολης της. Υπήρξε από την κτήση του, κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, το φρούριο της Θεσσαλονίκης. Είναι συνυφασμένο όμως το όνομα του με τη λειτουργία του για εκατό περίπου χρόνια 1890-1989 ως φυλακή. Γνωστό και με την Τούρκικη ονομασία του ως γεντί κουλέ.

Χιλιάδες Ελλήνων έζησαν στα κτήρια της αυλής του, υπέφεραν, βασανίστηκαν, πέθαναν, αν δεν εκτελούνταν. Ιδιαίτερα στις παλαιότερες εποχές όπου οι αιτίες της φυλακίσεως δεν ήταν μόνο οι παράνομες κ εγκληματικές πράξεις, κατά το κοινά αποδεκτό δίκαιο, αλλά αρχικά η φιλοπατρία των Τουρκοκρατούμενων Ελλήνων, αργότερα των αντιστασιακών κατά την Γερμανική κατοχή, δυστυχώς ακόμη και των αντιφρονούντων σε πολιτικές πεποιθήσεις, από όλες τις πλευρές κατά καιρούς. Πάντοτε οι συνθήκες διαβίωσης ήταν αρκετά δύσκολες. Άλλωστε, αυτός ήταν και ο λόγος κατάργησης της χρήσης τους. Το βασανιστήριο του τόπου μάλλον ήταν το ελαφρύτερο, όταν η αιτία του εγκλεισμού ήταν η αδικία…
 
Ακόμη και στον σημερινό επισκέπτη οι τοίχοι, οι πέτρες και ότι άλλο υπάρχει μέσα στο Επταπύργιο φωνάζει πόνο, θλίψη και απογοήτευση. Μοναδική εξαίρεση στο κλίμα αυτό είναι ο Ιερός Ναός του αγίου Ελευθερίου που βρίσκεται στον προαύλιο χώρο των παλιών φυλακών, ο οποίος παρά την κακή του συντήρηση, θυμίζει τα πρώτα λουλούδια της άνοιξης που ξεφυτρώνουν ανάμεσα στα μισολιωμένα χιόνια και τα γεμάτα ελπίδα και παρηγοριά άνθη της μυγδαλιάς. Έτσι κάπως θα τον ένιωθαν και οι κρατούμενοι τότε. Ήταν ο μόνος τόπος που μπορούσαν να ένιωθαν ελεύθεροι και εκεί πολλοί αποκτούσαν και την εσωτερική τους ελευθερία. Ας δούμε λίγα για την την ιστορία ανέγερσης και τον κτήτορά του.

Μεταξύ των κρατουμένων της φυλακής την περίοδο 1917-1918 ήταν και ο ανδρείος Μακεδονομάχος, Αρχιμανδρίτης Μελχισεδέκ Μακρής από τα Δουμπιά της Χαλκιδικής.
 
Είχε καταδικαστεί σε δεκαετή εγκλεισμό από το έκτακτο στρατοδικείο της Χαλκιδικής τον Μάιο του 1917 ως αντιφρονών, καθώς συμμετείχε στα λεγόμενα «Κονδυλικά».
Μέσα από το κελί του γράφει σε μια επιστολή του προς τη μονή Βατοπαιδίου τα εξής  σχετικά:
 
"Σήμερον ευρίσκομαι εν τη φυλακή του Γεντί Κουλέ υπό βαρυτάτης κατηγορίας. Εν τούτοις όμως ο θείος ζήλος μου ουδαμώς εμειώθη, αλλά του εναντίον εγιγαντώθη, διότι έβλεπον 600 χριστιανούς καταδίκους να στερούνται εντελώς εκκλησίας, μηδαμώθεν άλλοθεν να αναμένουσιν παρηγορίαν, παρά μόνον υπό τη μητρός ημών εκκλησίας. Την ελπίδαν αυτήν την εκπηγάζουσαν εκ της θρησκείας. Έφθασα λοιπόν εις την σκέψην, ότι είναι μεγάλη ανάγκη, να ιδρυθεί πάσης θυσίας εν τη φυλακή εκκλησία. Όντως δι' εράνων κατόρθωσα να ανεγείρω εκ βάθρων εκκλησίαν, τη εγκρίσει της σεβαστής ημών κυβερνήσεως επί ονόματι του Αγίου Ελευθερίου. Και κατά τας αγίας ημέρας των Παθών του Κυρίου (1918) εκκλησιάσθησαν άπαντες οι κρατούμενοι... και τους μετάλαβα των θείων και αχράντων μυστηρίων. Φαντασθήτε 600 κατάδικοι αναζωογονηθέντες υπό του πυρός της θρησκείας, αντλήσαντες εκ της μητρός εκκλησίας μεγίστην  παραμυθίαν, ήτις είναι η άγκυρα σωτηρίας δια τους κρατουμένους, θεωρουμένους αποκλήρους της κοινωνίας..."   


Έτσι λοιπόν οι σκληρές φυλακές, απέκτησαν το ουράνιο και πνευματικό αυτό καταφύγιο του Ιερού Ναού του αγίου Ελευθερίου και ο Αρχιμανδρίτης Μελχισεδέκ Μακρής ήταν ο ευεργέτης όλων όσων πέρασαν το κατώφλι του. Αξίζει, έστω και για την ιστορία απλά, να δούμε ποιος ήταν αυτός ο κληρικός της εκκλησίας μας.

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΜΑΚΡΗΣ (1869-1939)
 

ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ, ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΟΣ ΚΑΙ ΙΕΡΕΥΣ ΤΟΥ ΕΛΛ. ΣΤΡΑΤΟΥ
 
Ο Μελχισεδέκ Μακρής  ή Γούτας γεννήθηκε στα Δουμπιά Χαλκιδικής το 1869. Σε μικρή ηλικία έφυγε στη Θεσσαλονίκη. Γύρω στο 1890 ενδύθηκε το μοναχικό σχήμα στην Ιερά μονή Βατοπαιδίου του αγίου όρους. Στα τέλη της ίδιας δεκαετίας μετέβη στους Αγίους Τόπους, εντάχθηκε στην αγιοταφιτική αδελφότητα και διακόνησε, υπηρέτησε και υπερασπίστηκε  με παροιμιώδη αγωνιστικό τρόπο το Θεοδέγμον Σπήλαιο της Βηθλεέμ. Από εκεί πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο τότε Μητροπολίτης Καισαρείας Ιωάννης Αναστασιάδης (1833-1902) εκτιμώντας τον χαρακτήρα του, τις αρετές του και τον ένθεο ζήλο του για το δοκιμαζόμενο ακόμα έθνος και την Εκκλησία, τον πήρε μαζί του και τον χειροτόνησε διάκονο.

Θα παρέμενε εκεί εάν τον άφηνε ήσυχο ο πόνος και ο θρήνος της Μακεδονίας της πατρίδος του, τον οποίον εξέπεμπε αύτη κάτω από το μαχαίρι, την φωτιά και την φρικτή δράση των Βουλγάρων κομιτατζίδων. Τότε, μετά τον θάνατο του Μητροπολίτη του, το 1902 μετέβη στη Αθήνα για να τεθεί στην διάθεση της Ελληνομακεδονικής Αμύνης των Αθηνών, δηλαδή του Μακεδονικού Κομιτάτου, το οποίο τον απέστειλε στη Μακεδονία ως πράκτορα Β’ τάξεως (1904-1908), όπου εξετέλεσε το καθήκον του με παραδειγματικό ηρωισμό και μοναδική αυταπάρνηση. Μετέφερε όπλα και καθοδηγούσε τα σώματα στους προορισμούς τους, επιστράτευσε Μακεδόνες δια την ένοπλη άμυνα της σκληρά δοκιμαζόμενης Πατρίδας του, ήταν ηγέτης σωμάτων.

Σύμφωνα με επιστολή του στη Ι.Μονή Βατοπαιδίου τον Οκτώριο του 1912 βρισκόταν στη Χαλκιδική και ενίσχυε τις προσπάθειες για τη απελευθέρωση της περιοχής. Μάλιστα συμμετείχε και ο ίδιος σε μια μάχη στον Χολομώντα, στη σύγκρουση με τους Τούρκους στον σημερινό άγιο Πρόδρομο.

Με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων ο Αρχιμανδρίτης Μελχισεδέκ Μακρής κατατάχθηκε εθελοντής στον στρατό, ως στρατιωτικός Ιερέας στην πρώτη γραμμή του πυρός, στην VI’ μεραρχία . Εκεί παραβρέθηκε στις μεγαλύτερες μάχες. Πολεμιστής, ρήτορας, εξομολογητής, προμηθευτής, ήρωας των στρατιωτών και των αξιωματικών, ατρόμητος και αμετάβλητος. Στην Τζουμαγιά,  εκεί που έγινε η τραγικότατη μάχη μεταξύ των Ελλήνων και των Βουλγάρων κατά την οποία οι Έλληνες από έλλειψη πολεμοφοδίων αναγκάσθηκαν να αμυνθούν κατά του εχθρού  με πέτρες, είχε την τραγική ατυχία αλλά και την υψηλή τιμή να τελέσει την νεκρώσιμη ακολουθία στους εκεί πεσόντες πολυθρύλητους αξιωματικούς, ήρωες, ταγματάρχη Βελισαρίου και ταγματάρχη Κολοκοτρώνη κ.λ.π. οπλίτες.

Μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων κατατάχθηκε στον ελληνικό στρατό. Η δυναμικότητα του χαρακτήρα και το ανήσυχο πνεύμα του τον ενέπλεξε σε περιπέτειες όπως αυτή της εμπλοκής του σε πολιτειακές διαμάχες, με αποτέλεσμα τον εγκλεισμό του αρχικά στις φυλακές Επταπυργίου 1917 -1918 και έπειτα Αιγίνης 1918. Από όπου επανήλθε στην υπηρεσία του υπηρετώντας σε διάφορα μέρη της χώρας, με κατάληξη τον Ιερό Ναό αγίου Κωνσταντίνου του Γ’ Σώματος στρατού της Θεσσαλονίκης, όπου εκοιμήθηκε τον Αύγουστο του 1939.

Στη μακρόχρονη διακονία του τόσο στην Εκκλησία όσο και στον Ελληνικό στρατό πρόσφερε σπουδαίες υπηρεσίες, για τις οποίες τιμήθηκε από την Ελληνική Πολιτεία με πολλά παράσημα. Τέλος αξίζει να σημειωθεί πως δύο φορές (1934 και 1938) σε Αρχιερατικές εκλογές,  Αρδαμερίου και Δράμας, εξελέγη στο τριπρόσωπο των υποψηφίων.

ΠΗΓΕΣ:

-Εφημερίδα «φωνή της Χαλκιδικής» (31-5-1936)

-Περιοδικό «ΠΑΓΧΑΛΚΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ», τεύχος 17ο , σελ. 14, τίτλος «ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΜΑΚΡΗΣ ΕΝΑΣ ΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ» του ΝΙΚΟΣ ΕΜΜ. ΠΑΠΑΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ

-ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ


           Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΛΛΥΡΙΚΟΥ

 
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ

Γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τον 2ο αι. από πλούσιους γονείς. Ο πατέρας του ήταν ύπατος της Ρώμης. Η μητέρα του Ανθία («της Ευανθίας γόνος», σύμφωνα με ένα τροπάριο -στιχηρό- του Εσπερινού) έγινε χριστιανή ακούοντας το κήρυγμα από μαθητές του αποστόλου Παύλου. Αυτή ανέλαβε και το βάρος της ανατροφής του μικρού Ελευθέριου μετά το θάνατο του πατέρα που συνέβη λίγο καιρό μετά τη γέννηση του. 

Η Ανθία του έδωσε χριστιανική ανατροφή και τον συνέδεσε με τον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο (155-166). Ο επίσκοπος, βλέποντας την θερμουργό πίστη και την ενάρετη ζωή του εφήβου Ελευθέριου, τον χειροτόνησε διάκονο στα 15 του χρόνια. Στη ηλικία των 17 ετών χειροτόνησε σε πρεσβύτερο τον αφοσιωμένο στην αποστολή του Ελευθέριο και στην ηλικία των 20 ετών του ανέθεσε τον επισκοπικό θρόνο της περιοχής του Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας, με έδρα την Αυλώνα.

Μα χειροτονήθηκε τόσο μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης… Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του. « Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα».

Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε «κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.

Ο εχθρός όμως της σωτηρίας μας διάβολος άρχισε τον πόλεμο εναντίον του. Τότε ο διώκτης αυτοκράτορας Αδριανός έμαθε τη δράση του αγίου στην Ιλλυρία και έστειλε ένα στρατηγό του, τον Φήλικα, να τον συλλάβει. Αυτός ξεκίνησε με άγριες διαθέσεις. Έφτασε στην Αυλώνα, περικύκλωσε το ναό που βρισκόταν ο άγιος και μπήκε με απόφαση να τον σύρει έξω με τη βία. Γοητεύτηκε όμως από τη διδασκαλία του αγίου. Το άγριο βλέμμα του ημέρεψε. Ο λύκος έγινε πρόβατο. Ο διώκτης έγινε μαθητής. Πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε. Ο στρατηγός Φήλικας ξεχνά την εντολή του αυτοκράτορα. Ο άγιος όμως Ελευθέριος αφού τον προετοίμασε τον διέταξε να εκτελέσει τη διαταγή του αυτοκράτορα για να μή «ζημιωθεί του μαρτυρίου τον στέφανον».

Μετά από λίγες μέρες έφτασαν στη Ρώμη και ο άγιος παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα. Κατά τη συνήθειά του ο διώκτης στη αρχή κολάκευσε τον άγιο, του υποσχέθηκε πλούτο, δόξα και τιμές και μετά τον απείλησε με τα φοβερά μαρτύρια που θα ακολουθούσαν αν δεν θυσίαζε στος Θεούς. Όπως ήταν φυσικό ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη και παρουσίασε την ανοησία της ειδωλολατρικής θρησκείας.

Ο Αδριανός τον υπέβαλε στα παρακάτω βασανιστήρια.

α. Τον έβαλε σε πυρακτωμένο κρεβάτι για να ψηθεί. Ο Θεός όμως έστειλε δροσία στον γενναίο ομολογητή και ανακούφισε τους πόνους του. Όταν διέταξε ο αυτοκράτορας να πάρουν τον άγιο από το κρεβάτι, νομίζοντας τον νεκρό, ο ίδιος σηκώθηκε και έψαλλε το « Υψώσω σε, ο Θεός μου, ο βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομα σου…». Ανέφερε δε στον τύραννο ότι η σωτηρία του έγινε από τον μόνο αληθινό Θεό και όχι από τους δικούς του ψεύτικους Θεούς.

β. Τον τοποθέτησε σε ειδικό μεγάλο τηγάνι που είχαν για τον βασανισμό των χριστιανών. Αφού έκαψε το λάδι έβαλαν τον άγιο μέσα σ’ αυτό. Πάλι όμως θαυματούργησε ο Θεός. Έσβησε τη φωτιά και κρύωσε το λάδι δροσίζοντας με τη θεία Χάρη του τον άγιο.

γ. Μεγάλος λέβητας (καζάνι) με λίπος, κερί και πίσσα. Αφού με δυνατή φωτιά κόχλαζαν τα υλικά έριξαν μέσα τον μάρτυρα του Χριστού, ο οποίος έμεινε εντελώς ανέπαφος ελέγχοντας τον αυτοκράτορα ότι είναι σάν τους λύκους της Αραβίας που καταδιώκουν τα ήμερα πρόβατα του Χριστού.

Τότε πλησίασε τον αυτοκράτορα ο έπαρχος της Ρώμης Κορέμων, άνθρωπος σκληρόκαρδος, πολυμήχανος και ευφάνταστος στο να βρίσκει βασανιστήρια και του είπε ότι θα πείσει τον Ελευθέριο να αρνηθεί την πίστη του. Κατασκεύασε μια κάμινο με μυτερά σουβλιά για να ρίξει μέσα τον προσευχόμενο αθλητή του Χριστού που παρακαλούσε να αξιώσει τους διώκτες του να αφήσουν το ψέμα της ειδωλολατρίας και να γνωρίσουν την αλήθεια. Και ο Θεός άκουσε τη δέησή του. Συνέβη και πάλι το θαύμα του Χριστού όπως προηγουμένως στον Φίληκα.

Ο Κορέμων φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Πλησίασε τον αυτοκράτορα και του είπε: Τί κακό έκανε ο Ελευθέριος και τον καταδίκασες σε τόσο σκληρό θάνατο; Ο αυτοκράτορας έμεινε έκπληκτος και οργισμένος διέταξε να βάλουν μέσα στο καμίνι με τα καρφιά τον Κορέμωνα, ο οποίος φώναξε στον άγιο να τον βοηθήσει με την προσευχή του. Ο Κορέμων μπήκε και βγήκε μέσα στον κλίβανο χωρίς να πάθει τίποτε. Ο αυτοκράτορας βλέποντας την ήττα των θεών του διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό του. Έτσι με λίγο κόπο και σε μια στιγμή ο έπαρχος της Ρώμης κέρδισε την αιώνια ζωή με το βάπτισμα του μαρτυρίου.

Μετά μπήκε στον πυρακτωμένο κλίβανο ο ιερομάρτυρας Ελευθέριος. Πάλι η χάρη και η δύναμη του Θεού θαυματούργησε. Η φωτιά έσβησε και τα σουβλερά καρφιά λύγισαν ώστε να μη βλάψουν το σώμα του. Ο λαός που παρακολουθούσε φώναζε δυνατά: «μέγας ο Θεός των χριστιανών» ο αυτοκράτορας όμως έμεινε ψυχικά τυφλός.

δ. Ο άγιος στη φυλακή. Ο αυτοκράτορας διέταξε να φυλακιστεί ο άγιος στις σκοτεινές φυλακές της Ρώμης για να πεθάνει από την πείνα. Εκεί ο Θεός έστελλε τροφή στο άγιο με ένα περιστέρι.

ε. Δεμένος σε ατίθασσα άλογα. Αφού δεν πέθανε στη φυλακή από πείνα, όπως περίμενε ο αυτοκράτορας, έδωσε εντολή να τον δέσουν σε δυό ατίθασσα άλογα και να τα κεντρίσουν να τρέχουν δυνατά ώστε να κατακοπούν οι σάρκες του αγίου και να πεθάνει. Άγγελος Κυρίου ημέρεψε τα άλογα, έλυσε τον άγιο από τα δεσμά και τον οδήγησε σε ένα βουνό στο οποίο έμεινε προσευχόμενος. Κάθε φορά που ο άγιος έψαλλε δοξολογώντας και υμνώντας τον Κύριο μαζεύονταν τα αγρίμια του δάσους και έμενα ακίνητα και σιωπηλά σκύβοντας το κεφάλι τους δείχνοντας το σεβασμό τους.

Στ. Το μαρτυρικό τέλος του. Μερικοί κυνηγοί που είδαν τον άγιο στο βουνό το ανέφεραν στον αυτοκράτορα που έστειλε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να τον συλλάβει. Τα άγρια θηρία όρμησαν εναντίον των στρατιωτών. Ό άγιος τα διέταξε να ηρεμήσουν και να γυρίσουν στις φωλιές τους. Ακολούθησε τους στρατιώτες διδάσκοντάς τους να αρνηθούν την πλάνη τους. Μερικοί πίστεψαν.

Όταν έφτασαν στη Ρώμη ο αυτοκράτορας είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στη ζωή του μάρτυρα. Ήθελε όμως να δώσει και θέαμα στους Ρωμαίους. «Άρτος και θεάματα» ήταν η προσφιλής τακτική της τότε εποχής. Το ίδιο δεν γίνεται και σήμερα; Στη αρένα της τηλεόρασης βλέπουμε να ρίχνονται στα σαρκοβόρα θηρία που βρυχόνται με μανία και διψούν για ανθρώπινο αίμα και να καταδικάζονται με κατασκευασμένα στοιχεία αθώοι άνθρωποι γιατί πρέπει να προσφερθεί «θέαμα». Τον «άρτον», τις παχυλές δηλ. αμοιβές, τις απολαμβάνει όχι ο λαός, αλλά οι διάφοροι «δαιμόνιοι» (κατάλληλη λέξη! Κατεχόμενοι από δαιμονικό πνεύμα) δημοσιογράφοι, οι οποίοι φυσικά εκφράζουν τη φωνή και τα συμφέροντα του κυρίου τους.

Οδήγησαν τον άγιο Ελευθέριο μέσα στην αρένα (στάδιο) και άφησαν στην αρχή μια πεινασμένη και άγρια λέαινα και μετά ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξουν. Τα θηρία πλησίασαν σαν ήμερα ζώα τον άγιο και του φιλούσαν τα πόδια δείχνοντας την αγάπη και την συμπάθεια τους ( έφραξας στόματα λεόντων, εις ημερότητα αυτών μεταποιήσας την αγριότητα). Βλέποντας ο αυτοκράτορας τη συμπεριφορά των λιονταριών και ακούοντας την ιαχή του πλήθους «μέγας ο Θεός των χριστιανών» διέταξε τον αποκεφαλισμό του ομολογητή της πίστεως και νεότατου στην ηλικία ιεράρχη μέσα στην αρένα.


Με την αποκοπή της κεφαλής έβαψε ο άγιος την αρχιερατική του στολή με το αίμα του μαρτυρίου. «Της ιεραρχίας την στολήν εφοίνιξας (έκανες κόκκινη) ταις ροαίς των αιμάτων σου» όπως ψάλλουμε στο δοξαστικό του Εσπερινού. Ο σοφός Ελευθέριος κοσμημένος με το ιερατικό ένδυμα (ιερέων ποδήρει κατακοσμούμενος) που έσταζε από το ποτάμι των αιμάτων του ( και αιμάτων τοις ρείθροις επισταζόμενος) έτρεξε ευτυχισμένος στον Δεσπότη Χριστό (τω Δεσπότη σου Χριστώ μάκαρ ανέδραμες). Ο Ελευθέριος ως αδούλωτος στο νου, ενώ έβλεπε τα σπαθιά δεν υποδουλωνόταν στην πλάνη (Ελευθέριος, ως αδουλόνους φύσει, σπάθας θεωρών, ουκ εδουλούτο πλάνη) όπως λέει το δίστιχο του συναξαρίου.

Τη σκηνή του μαρτυρίου παρακολουθούσε η μητέρα του Ανθία. Έτρεξε τότε και αγκάλιασε το άψυχο σώμα του μάρτυρα και το καταφιλούσε, «ησπάζετο το γλυκύ τέκνον, η καλώς γεννησαμένη και θρεψαμένη». Εκείνη τη στιγμή οι άσπλαχνοι δήμιοι την αποκεφάλισαν και έτσι την οδήγησαν « εις ουρανίους θαλάμους» μαζί με τον υιό της.

Στη Ελλάδα ο άγιος Ελευθέριος θεωρείται βοηθός των εγκύων γυναικών. Τους δίνει «καλή λευτεριά». Πολλές γυναίκες επικαλούνται τη βοήθεια του και ακουμπούν το εικονισματάκι του αγίου πάνω τους. Η αντίληψη αυτή αναφέρεται και σ’ ένα προσόμοιο στιχηρό της εορτής. « Των επιτόκων γυναίων, Πάτερ, κηδόμενος, ελευθερίαν δίδως, τω ναώ σου φοιτώσαις…» Δηλ. φροντίζεις, Πάτερ, τις έγκυες γυναίκες που καταφεύγουν στο ναό σου δίνοντας του ελευθερία. Επίσης υπάρχων ο άγιος συνώνυμος της ελευθερίας είναι εκείνος στον οποίον προστρέχουν οι πιστοί για να επικαλεστούν τις προς τον Κύριο πρεσβείες του και τη βοήθεια και προστασία του, όταν τη στερούνται π.χ. φυλακισμένοι αλλά και όλοι όσοι έχουν την ανάγκη της βοήθειας του στον αγώνα της απελευθέρωσης από τα πάθη.

Μαζί με τον άγιο Ελευθέριο γιορτάζουν και οι άγιοι συμμάρτυρες του, η μητέρα του Ανθία, ο άγιος Κορέμων αλλά και οι δύο δήμιοι που τον αποκεφάλισαν και αποκεφαλίστηκαν γιατί πίστεψαν στον Χριστό.

 

Απολυτίκιο Αγίου Ελευθερίου
Ἱερέων ποδήρει κατακοσμούμενος, καὶ αἱμάτων τοῖς ῥείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότῃ σου Χριστῷ μάκαρ ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατᾶν. Διὸ μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

 
 
 
 
 
 
 
 
 

Ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων (Δ΄ αἰ.), σέ μιά ἀπό τίς μυσταγωγικές του Κατηχήσεις, ἑρμηνεύει μέ ἁπλότητα, ἀλλά καί βαθύτητα, τό «Πάτερ ἡμῶν...», βοηθώντας μας νά τό κατανοήσωμε καλύτερα.
Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι παρεκάλεσαν τόν Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς προσεύχεσθαι, καθώς Ἰωάννης ἐδίδαξε τούς μαθητάς αὐτοῦ» (Λουκ. ια΄, 1). Τότε ὁ Κύριος τούς παρέδωσε τήν Κυριακή προσευχή (Ματθ. στ΄, 9-13).

Πάτερ ἡμῶν
Ἡ πρώτη λέξι, πόσο εἶναι γλυκειά! Μέχρι τώρα δέν τολμούσαμε νά στρέψωμε τό βλέμμα πρός τόν οὐρανό. Χαμηλώναμε τά μάτια στήν γῆ καί, ξαφνικά, δεχθήκαμε τήν χάρι τοῦ Χριστοῦ κι ὅλα τά ἁμαρτήματά μας συγχωρέθηκαν. Ἀπό πονηροί δοῦλοι, πού ἤμασταν, ἐγίναμε καλοί «υἱοί». Μήν ὑπερηφανευώμεθα, ὅμως,γιά τήν δική μας προσπάθεια, ἀλλά γιά τήν χάρι τοῦ Χριστοῦ. «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφεσ. β΄,5). 
 
Τό νά ὁμολογήσωμε τήν χάρι δέν εἶναιοἴησι, δέν εἶναι ἔπαρσι, ἀλλά πίστι. Τό νά διακηρύξωμε αὐτό πού ἐλάβαμε δέν εἶναι ὑπερηφάνεια, ἀλλά ἀφοσίωσι.ἄς ὑψώσωμε τά μάτια πρός τόν Πατέρα, πού μᾶςἀναγέννησε μέ τό λουτρό τοῦ Βαπτίσματος, πρός τόν Πατέρα, πού μᾶς «ἐξηγόρασε» μέ τόν Υἱό Του κι ἄς ποῦμε: «Πάτερ ἡμῶν».
 
Εἶναι αὐτή μιά καλή, μιά ταπεινήκαύχησι. Σάν ἕνα παιδί, Τόν ὀνομάζομε πατέρα. Ἀλλά, μή διεκδικοῦμε κάποιο προνόμιο. Μέ τόν εἰδικό κι ἀπόλυτο τρόπο δέν εἶναι Πατέρας παρά τοῦ Χριστοῦ μονάχα.Γιά μᾶς εἶναι ὁ κοινός Πατέρας. Γιατί μόνο Ἐκεῖνον τόν ἐγέννησε, ἐνῶ ἐμᾶς μᾶς ἐδημιούργησε. Ἄς λέμε λοιπόν καί μεῖς, κατά χάριν, «Πάτερ ἡμῶν», γιά νά γίνωμεἄξιοι νά εἴμαστε παιδιά Του. Ἄς κάνωμε δική μας τήν εὔνοια καί τήν τιμή, πού ἐχάρισε στήν Ἐκκλησία.

Ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς
Τί σημαίνει «ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»; ἄς ἀκούσωμε τήν Γραφή, πού λέγει: «Ὑψηλός ἐπί πάντα τά ἔθνη (ὑψηλότερος ἀπὸ ὅλα τά ἔθνη), ὁ Κύριος, ἐπί τούς οὐρανούς ἡδόξα αὐτοῦ» (Ψαλμ. ριβ΄, 4). Παντοῦ θά δοῦμε νά γίνεται λόγος ὅτι ὁ Κύριος εἶναι στούς οὐρανούς, γιά τούς ὁποίους λέγει ὁ ψαλμωδός: «Οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξανΘεοῦ» (Ψαλμ.ιη΄,2). Ὁ οὐρανός εἶναι ἐκεῖ ὁπού ἔχουν σταματήσει οἱ ἁμαρτίες. Ὁ οὐρανός εἶναι ἐκεῖ ὁπού οἱ παραβάσεις τιμωροῦνται. Ὁ οὐρανός εἶναι ἐκεῖ ὁπού δένὑπάρχει καμμιά πληγή θανάτου.

Ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου
Τί σημαίνει «ἁγιασθήτω;». Σάν νά εὐχώμαστε νά ἁγιασθῆ Ἐκεῖνος, πού εἶπε:»ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιος ἐγώ Κύριος ὁ Θεός ὑμῶν» (Λευϊτ. ιθ΄, 2). Σάν νά ἔχη τήνδύναμι ὁ δικός μας λόγος, νά αὐξήση τή δική Του ἁγιότητα... Ὄχι, δέν εἶναι αὐτό. Ζητᾶμε νά ἁγιασθῆ ὁ Θεός «ἐν ἡμῖν», ἐντός μας. Τό ἁγιαστικό του ἔργο νά φθάση σέμᾶς.

Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου
Ἆρα γε δέν εἶναι αἰώνια ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὁ Ἰησοῦς λέγει: «Ἐγώ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καί εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τόν κόσμον» (Ἐγώ γι᾿ αὐτό γεννήθηκα καί γι᾿αὐτό ἦλθα στόν κόσμο, Ἰωάν. ιη΄, 37), καί μεῖς λέμε: «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», σάν νά μήν ἔχη ἔλθει. ὅμως, τό αἴτημα αὐτό ἔχει ἕνα διαφορετικό νόημα. Ὁ Θεός ἔρχεται,ὅταν δεχώμαστε τήν χάρι Του. Ὁ ἴδιος τό βεβαιώνει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι» (Λουκ. ιζ΄, 21).

Γενηθήτω τό θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς
Μέ τό Αἶμα τοῦ Χριστοῦ ὅλα εἰρήνευσαν καί στόν οὐρανό καί στήν γῆ. Ὁ οὐρανός ἁγιάσθηκε, ὁ διάβολος ἐκδιώχθηκε. Βρίσκεται πιά ἐκεῖ, ὁπού βρίσκεται ὁἄνθρωπος, τόν ὁποῖον ἀπάτησε. «Γενηθήτω τό θέλημά σου» σημαίνει νά ἔλθη εἰρήνη στήν γῆ, ὅπως ὑπάρχει στόν οὐρανό.

Τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον
Προτοῦ ἐκφωνήσει ὁ ἱερέας, κατά τήν Θ. Εὐχαριστία, τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Λάβετε φάγετε... πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες...», αὐτό πού προσφέρομε ὀνομάζεται ἄρτος. Μετά τήν ἐκφώνησι δέν τό ὀνομάζομε πιά ἄρτο, ἀλλά Σῶμα. Γιατί, ὅμως, στήν Κυριακή προσευχή, τήν ὁποίαν ἀπαγγέλλομε μετά τόν καθαγιασμό, λέμε «τόν ἄρτονἡμῶν»; ...Ἀλλά, προσθέτομε «τόν ἐπιούσιον», δηλαδή τόν ἀπαραίτητο γιά τήν συντήρησι τῆς οὐσίας. Τήν ὑπόστασι τῆς ψυχῆς μας δέν τήν ἐνισχύει ὁ ἄρτος ὁ ὑλικός, πού μπαίνει στό σῶμα μας, ἀλλ᾿ ὁ ἄρτος ὁ οὐράνιος. Τόν ὀνομάζομε, ὅμως, κι «ἐπιούσιο», πού σημαίνει ἐπίσης «καθημερινό», γιατί οἱ ἀρχαῖοι ὀνόμαζαν τήν «αὔριον»: «ἐπιοῦσαν ἡμέραν». Ἔτσι ἐκφράζομε δύο ἔννοιες μέ μιά λέξι.

Ἐάν, ὅμως, ὁ ἄρτος αὐτός εἶναι καί καθημερινός καί ἀπαραίτητος γιά τήν συντήρησι τῆς οὐσίας, γιατί περιμένομε νά περάση ἕνας ὁλόκληρος χρόνος, γιά νάμεταλάβωμε; ἄς λάβωμε κάθε ἡμέρα αὐτό πού μᾶς χρειάζεται κάθε ἡμέρα. Ἄς ζοῦμε κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά εἴμεθα ἄξιοι νά μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα. Γιατί,ἐκεῖνος πού δέν εἶναι ἄξιος νά τόν λαμβάνη κάθε ἡμέρα, δέν θά εἶναι ἄξιος νά τόν δεχθῆ οὔτε μιά φορά τόν χρόνο. 
 
Ὁ Ἰώβ προσέφερε κάθε ἡμέρα θυσία γιά τούς γιούςτου, ἀπό φόβο μήπως διέπραξαν κανένα ἁμάρτημα μέ τά λόγια ἤ μέ τίς ἐνθυμήσεις τῆς καρδιᾶς τους (Ἰώβ α΄, 5). Καί μεῖς ἀκοῦμε πώς, κάθε φορά πού προσφέρεται ἡἀναίμακτος θυσία, ἀναπαριστάνεται ὁ θάνατος καί ἡ Ἀνάστασι καί ἡ Ἀνάληψι τοῦ Κυρίου, καί ξαναδίδεται ἡ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν, καί δέν δεχώμεθα τόν ἄρτο τῆςζωῆς; Ὅποιος ἔχει μιά πληγή ζητάει κάποιο φάρμακο. Τό νά εἴμαστε ὑποταγμένοι στήν ἁμαρτία εἶναι μιά πληγή.
 
Τό οὐράνιο φάρμακο εἶναι τά ἄχραντα Μυστήρια.
Ἄν μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα, τότε ἡ κάθε ἡμέρα εἶναι γιά μᾶς μία «σήμερον». Ἐάν σήμερα ὁ Χριστός εἶναι μέσα μας, ἀναγεννάει κι ἀνασταίνει τήν σημερινή μας ἡμέρα. Μέ ποιόν τρόπο; Ὁ Πατήρ ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς λέγει στόν Ἰησοῦ: «Υἱός μου εἶ σύ, ἐγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Ψαλμ. β΄, 7). Τό «σήμερον» εἶναι ἡ ἡμέρα κατάτήν ὁποίαν ὁ Χριστός ἀνασταίνεται. Ὑπάρχει τό χθές καί τό σήμερα. ὅμως, ὁ Ἀπόστολος λέγει: «Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ. ιγ΄, 12). Ἡ νύχτα τῆς«χθές» πέρασε. Ἡ σημερινή ἡμέρα ἔφθασε.

Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν,ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν
 
 

Ποιό ἄλλο εἶναι τό «ὀφείλημα», τό χρέος, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία; ἄν δέν δεχώμασταν χρήματα ἀπό ἕναν ξένο δανειστή, δέν θά χρωστούσαμε. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτόντόν λόγο μᾶς καταλογίζεται ἁμαρτία.

 
Εἴχαμε στήν διάθεσί μας τό «χρῆμα» καί ὠφείλαμε μ᾿ αὐτό νά γεννηθοῦμε πλούσιοι. Ἤμασταν πλούσιοι, πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα καί καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ» (Γεν. α΄, 26-27). Ἐχάσαμε αὐτό πού κατείχαμε, δηλαδή τήν ταπείνωσι, ὅταν ἀπό ὑπερηφάνεια προεβάλαμε διεκδικήσεις. Ἐχάσαμε τό χρῆμα μας. Ἐμείναμε γυμνοί σάν τόνἈδάμ. Πήραμε ἀπό τόν διάβολο ἕνα δάνειο, πού δέν μᾶς ἦταν ἀπαραίτητο. Κι ἔτσι ἐμεῖς, πού ἤμασταν ἐλεύθεροι «ἐν Χριστῷ», ἐγίναμε αἰχμάλωτοι τοῦ διαβόλου. Ὁἐχθρός κρατοῦσε τό γραμμάτιο. 
 
 
 
Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος τό κάρφωσε πάνω στόν Σταυρό καί τό ἔσβησε μέ τό Αἶμα Του (Κολ. β΄,14-15). Ἐξάλειψε τό χρέος καί μᾶς ἐλευθέρωσε.Ἑπομένως ἔχει ἰδιαίτερη σημασία αὐτό πού λέμε: 
« ῎Αφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἄς τό προσέξωμε: «ἄφες ἡμῖν..., ὡς καίἡμεῖς ἀφίεμεν...», (Συγχώρησέ μας..., ὅπως κι ἐμεῖς συγχωροῦμε). Ἄν συγχωροῦμε, τότε κάνομε κάτι πού εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεσι γιά νά συγχωρηθοῦμε. Ἄν δένσυγχωροῦμε, πῶς ζητοῦμε, πῶς ἀπαιτοῦμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς συγχωρήση;

Καί μή εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν,ἀλλά ρύσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ
Ἄς τό προσέξωμε αὐτό: «Μή εἰσενέγκης», μή μᾶς ἀφήνεις νά πέσωμε σέ πειρασμό, στόν ὁποῖο δέν μποροῦμε νά ἀντισταθοῦμε. Δέν λέγει: «Μή μᾶς ὁδηγεῖς στόνπειρασμό». Ἀλλά σάν ἀθλητές, πού θέλουμε νά ἀγωνιστοῦμε, ζητᾶμε νά ἔχωμε τήν δύναμι ν᾿ ἀντισταθοῦμε στόν ἐχθρό, δηλαδή στήν ἁμαρτία.
 
 Ὁ Κύριος, πού σήκωσε στούς ὤμους Του τίς ἁμαρτίες μας καί συγχώρησε τά λάθη μας, εἶναι ἱκανός νά μᾶς προστατεύση καί νά μᾶς φυλάξη ἀπό τά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου, πού μᾶςπολεμάει, ὥστε ὁ ἐχθρός, πού γεννάει συνεχῶς τό κακό, νά μή μᾶς κατακτήση. ὅποιος ἐμπιστεύεται στόν Θεό, δέν φοβᾶται τόν διάβολο. Γιατί «εἰ ὁ Θεός ὑπέρ ἡμῶν, τίςκαθ᾿ ἡμῶν;» (Ρωμ. η΄, 31). Σ᾿ Αὐτόν, λοιπόν, ἀνήκει ἡ τιμή καί ἡ δόξα, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
 
Πηγή: http://www.alopsis.gr/