Ένας ιστοχώρος Ορθόδοξου Χριστιανικού προσανατολισμού και προβληματισμού.



Μια προσπάθεια για μέθεξη στην πνευματικότητα, στα ιερουργούμενα της Ορθόδοξης Λατρείας και στην Εκκλησιαστική Ζωή.















ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ
Υπέρθυρο της εισόδου του Ναού

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

 
Ένας ιεράρχης υπέρτερος των Ελλήνων ρητόρων
ΜΕΓΑΛΟΣ ιεράρχης, θεοφώτιστος θεολόγος, χαρισματικός ερμηνευτής των θείων δογμάτων της πίστεως και πρόμαχος της Ορθοδοξίας είναι o Αγιος Γρηγόριος, ο Θεολόγος, που η Εκκλησία μας τιμά την 25η Ιανουαρίου.


Είναι «αστέρι της Ορθοδοξίας», που υμνήθηκε και τιμήθηκε στο πέρασμα των αιώνων όσο ελάχιστοι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. Η Γ' Οικουμενική Σύνοδος τον χαρακτήρισε «Μέγα». Ό Άγιος Βασίλειος έγραψε γι' αυτόν ότι ήταν ποιμένας καί επίσκοπος άξιος, «ίνα κυβερνά την καθ' άπασαν την Οίκουμένην Έκκλησίαν».

Επαίνεσαν επίσης τον Γρηγόριο, ο Θεόδωρος ο Στουδίτης, ως μύστη της Θεολογίας, ο Ιωάννης ο Σικελιώτης καί άλλοι μελετητές των λόγων του, αποφάνθηκαν ότι ο Ιεράρχης «είναι όχι εφάμιλλος, αλλά υπέρτερος των Ελλήνων ρητόρων». Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Ρουφίνος ο οποίος μετέφρασε τους λόγους του στα Λατινικά έγραψε επιγραμματικά: «Δεν υπάρχει ορθόδοξος πού να μη συμφωνεί στην πίστη με τον Γρηγόριο».

Γεννήθηκε το 329 στην Άριανζό, προάστιο της Ναζιανζού και γιαυτό κάποτε καλείται καί Ναζιανζηνός. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας του ονομαζόταν και αυτός Γρηγόριος καί έγινε επίσκοπος στη Ναζιανζό. Η μητέρα του Νόννα, ήταν γυναίκα με φλογερή πίστη και τον ανέθρεψε χριστιανικά. Τον διαπαιδαγώγησε με αξιοζήλευτη φροντίδα. Του καλλιέργησε αισθήματα αγάπης για τους φτωχούς, τους πονεμένους καί τους διωκόμενους από τυράννους.

Σπούδασε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, στην Καισαρεία της Παλαιστίνης καί στην Αθήνα. Στο «κλεινόν άστυ» έμεινε έξι χρόνια και παρακολούθησε κυρίως ρητορική καί φιλοσοφία,


Στήν Αθήνα σπούδαζε εκείνο τον καιρό και ένας άλλος λαμπρός νέος ο οποίος ξεχώριζε κι αυτός στη μόρφωση, στις επιστήμες καί στον χαρακτήρα. Ήταν ο Βασίλειος, αυτός που αργότερα θα γινόταν ο φωτισμένος ιεράρχης της Καισαρείας.

Το 357 ο Γρηγόριος επιστρέφει στην πατρίδα του τη Ναζιανζό και οι γονείς του τον υποδέχονται τρισευτυχισμένοι. Τότε χωρίς αναβολή βαφτίζεται. Επικρατούσε ακόμα συνήθεια σε πολλούς να βαφτίζονται σε μεγάλη ηλικία. Αφού έμεινε για λίγο κοντά στους δικούς του, πήγε στον Πόντο για να ζήσει ασκητικά, κοντά στον αδελφικό του φίλο Βασίλειος.

Επιστρέφοντας από τον Πόντο χειροτονείται από τον επίσκοπο πατέρα του, Ιερέας.

Το έργο του Ιερέα, τονίζει ο Γρηγόριος, είναι να βάζει φτερά στην ψυχή, να τη σηκώνει από τον κόσμο και να την παραδίδει στον Θεό... Εκείνος ο οποίος πρόκειται να γίνει ιερέας, πρέπει, αυτός να γίνει καθαρός για να μπορέσει να καθαρίσει άλλους.

Το μήνυμα του νέου κληρικού της Ναζιανζού είναι να προσφέρουν όλοι, για όσους έχουν ανάγκη. Γι' αυτό παραγγέλλει:«Βοήθησε, χάρισε τροφή, ρούχο, πρόσφερε φάρμακο, δέσε τραύμα».
 Ειδική ευχή για τους φτωχούς είχε συντάξει ο άγιος Γρηγόριος για να προσεύχονται με αυτήν οι Ιερείς στους ναούς παρακαλώντας τον Θεό για εκείνους. «Υπέρ τοις πενομένοις την επικουρίαν, τοις πτωχοίς την βοήθειαν», δεόταν ο ιερέας κα το εκκλησίασμα αντιφωνούσε τη δική του παράκληση: «Κύριε ελέησον».

Αργότερα, το 372 χειροτονείται επίσκοπος από τον ιεράρχη της Καισαρείας
Μέγα Βασίλειο. Τόπος επισκοπής είναι ένα μικρό χωριό τα Σάσιμα. Δεν αναλαμβάνει όμως την επισκοπή αύτη ο Γρηγόριος διότι διαπιστώνει ένα πολύ εχθρικό κλίμα. Αποδείχθηκε όμως ότι για αλλού τον προόριζε η θεία βουλή.

Η Κωνσταντινούπολη, η πρωτεύουσα του Βυζαντίου ήταν εκείνον τον καιρό από εκκλησιαστική άποψη σε δραματική κατάσταση. Οι αιρετικοί κυριαρχούσαν εκεί και δυνάστευαν τους ορθόδοξους. Όλοι οι ναοί της Βασιλεύουσας ελέγχονταν από αιρετικούς, οπαδούς του Αρείου. Τότε συνήλθε στην Αντιόχεια της Συρίας, Σύνοδος, από 146 ορθόδοξους επισκόπους, η οποία εκτός των άλλων αποφάσισε να καλέσει τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, να μεταβεί στην Κωνσταντιούπολη για να ενισχύσει την πίστη του ορθόδοξου λάου την οποία κατεδίωκαν με λύσα οι αιρέσεις των Αρειανοφρόνων και Πνευματομάχων.

Είχε σημάνει λοιπόν η ώρα του ιεράρχη Γρηγορίου ως υπερασπιστή της διωκόμενης Εκκλησίας, ως προμάχου της Ορθοδοξίας.

Ένας ιδιωτικός, ναός που χτίστηκε από εισφορές ορθοδόξων κα ονομάστηκε Ναός της Αναστασίας, γίνεται κιβωτός Ορθοδοξίας στην Κωνσταντινούπολη. Ακούγονται εκεί βαρυσήμαντα κηρύγματα καί λόγοι του Γρηγορίου πού ερμηνεύουν τα θεία δόγματα.

Οι ομιλίες του ιεράρχη Γρηγορίου, με τα γόνιμα αποτελέσματα τους, φέρουν σε δύσκολη θέση τους αιρετικούς. Τον θεωρούν επικίνδυνο ανατροπέα των σχεδίων τους και αποφασίζουν να δράσουν δυναμικά. Μεθοδεύουν εγκληματικές ενέργειες.

Αποφασίζουν να δράσουν σε ώρα κατανυκτική, τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου προς την Κυριακή της Αναστάσεως του έτους 379 μ.Χ. Τότε, καθώς ό ιεράρχης βάφτιζε κατηχουμένους στο Ναό της Αναστασίας, ένοπλοι αιρετικοί ορμούν κατά του πλήθους των πιστών ορθοδόξων με φοβερές κραυγές καί βρισιές. Σπρώχουν, κλωτσούν, λιθοβολούν και βιαιοπραγούν με ασυγκράτητη μανία. Μπαίνουν στο ιερό και με απερίραπτη, φρικτή ασέβεια ανατρέπουν τα ιερά σκεύη της Αγίας Τράπεζας. Οι φανατικοί αιρετικοί, υπέρμαχοι του Αρείου, όρμησαν κατά του ιεράρχη σαν άγρια γουρούνια, «ώσπερ σύες άγριοι», γράφει ο πρώτος βιογράφος του αγίου.


Στη λυσσαλέα αυτή επίθεση των αιρετικών ο άγιος με ψυχραιμία προβάλλει τη σιωπηλή διαμαρτυρία, το ειρηνικό κλίμα. Μένει ατάραχος και το πλήθος των πιστών τον μιμείται. Η στάση των ορθοδόξων αφοπλίζει τη μανία των αιρετικών που τελικά υποχωρούν νικημένοι.


Μετά το άγριο ξέσπασμα των αιρετικών ο άγιος Γρηγόριος εκφωνεί τους δύο πρώτους λόγους του «περί ειρήνης». «Ειρήνη φίλη, το γλυκύ και πράγμα και όνομα, ω νυν έδωκα τω λαώ και αντέλαβον... Ειρήνη φίλη, το παρά πάντων μεν επαινούμενον αγαθόν, υπ' ολίγων δε φυλασσόμενον...».


Μετά το θάνατο του αρειανόφιλου αυτοκράτορα Ουάλη, ο οποίος είχε στηρίξει τους οπαδούς της χριστομάχου αίρεσης, η Ορθοδοξία άρχίζει να ανασαίνει. Διακόπτεται η εξορία πολλών επισκόπων και λοιπών αγωνιστών της πίστεως. Ο νέος αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Α' υπογράφει, στις 28 Φεβρουαρίου 380 στη Θεσσαλονίκη, πριν φτάσει στην Κωνσταντινούπολη, διάταγμα με το οποίο αναγνωρίζει ως επίσημη την πίστη των ορθοδόξων, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Α' Οικουμενικής Συνόδου. Είναι η ώρα της επικράτησης της Αλήθειας του Χριστού, η ώρα της Ορθοδοξίας.

Στις 14 Νοεμβρίου του 380 φτάνει ο Θεοδόσιος στην Κωνσταντινούπολη και αποφασίζει να τερματίσει τις ραδιουργίες των οπαδών του Αρείου. Για το σκοπό αυτό διατάζει:

Να δοθούν στους ορθοδόξους όλοι οι ναοί οι οποίοι είχαν καταλάβει οι οπαδοί του Αρείου.


Να κατέβει από τον επισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ο αιρετικός Δημόφιλος.

Υπακούοντας στην απαίτηση των Επισκόπων, του κλήρου και του πιστού λαού, αναγνωρίζει ως κανονικό αρχιεπίσκοπο της Κωνσταντινουπόλεως τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και εξαναγκάζει τον σεπτό Ιεράρχη να μπει στον Ναό των Αγίων Αποστόλων, και με απαίτηση σύσωμης της Εκκλησίας που τον ωθεί και τον ακτεθύνει τον ανεβάζει στον θρόνο στις 27 Νοεμβρίου του 380.

Κατά την ήμερα αυτή της θριαμβευτικής εισόδου του Ιεράρχη Γρηγορίου στον Πατριαρχικό Ναό, ο αυτοκράτορας τον προσφωνεί λέγοντας:

«...Ιδού δίδωμί σοι τον οίκον τον ιερόν και τον θρόνον»

Η ανύψωση του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως αναγνωρίζεται επίσημα και επικυρώνεται από τη Β' Οικουμενική Σύνοδο, τον Μάιο του 381.

Μετά την ιστορική εκείνη είσοδο και τη Θεία Λειτουργία  που ακολούθησε στο Ναό των Αγίων Αποστόλων επέστρεψε ο Ιεράρχης στό πενιχρό δωμάτιο του να αναπαυθεί. Τον ακολουθεί πλήθος συνεργατών και πιστών από το ανώνυμο πλήθος για να τον συγχαρεί. Ανάμεσα τους είναι καί ένας υποψήφιος δολοφόνος του, πληρωμένος από τους αιρετικούς να κλείσει για πάντα το στόμα του φλογερού θεολόγου. Μένει τελευταίος με τον άγιο γέροντα αλλά κάποια δύναμη τον εμποδίζει να προχωρήσει στο σχέδιο του. Πέφτει κάτω καί ξεσπάει σε κλάματα. Ο άγιος τον ρωτάει στοργικά να μάθει τι του συμβαίνει. Εκείνος τότε του αποκαλύπτει το συγκλονιστικά μυστικό. Του φέρνεται έπειτα μεγαλόψυχα και τον καλεί να αποδιώξει από την ζωή του την αίρεση και να συστρατευθεί στην Εκκλησία του Χριστού την  Ορθόδοξη.

Σαν αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως ο Γρηγόριος έζησε με υποδειγματική λιτότητα. Περιόρισε τα έξοδα της επισκοπής και δεν δέχτηκε να λάβει το μισθό του αρχιεπισκόπου. Δε συμμετείχε σε δημόσιες εκδηλώσεις κοσμικού χαρακτήρα. Και όταν διαπίστωσε πως υπήρχαν ιεράρχες οι οποίοι τον φθονούσαν, για χάρη της ειρήνης της Εκκλησίας παραιτήθηκε από τον θρόνο του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.  Η παραίτηση του υποβλήθηκε τέλη Ιουνίου, αρχές Ιουλίου του 381.
Παρά τις πολλες παρακλήσεις του λαού, του αυτοκράτωρα αλλά και των μεγάλων Ιεραρχών που αναγνώριζαν τα χαρίσματα και την αξία του, δεν κάμφθηκε, αφού είχε ολοκληρώση την αποστολή του και αυτή δεν είχε στην καρδιά του σχέση με αξιώσεις και αξιώματα, με χαρά και άμεσα επέστρεψε πάλι στην  Ναζιανζό, όπου ζώντας στην αγαπημένη του άσκηση και ησυχία, προσευχόμενος και φροντίζοντας εκ του μακρόθεν τα Εκκλησιαστικά πράγματα της περιοχής αλλά και όλης της Εκκλησίας, ενώ ταυτόχρονα κληροδοτούσε στην ανθρωπότητα πλούσιους καρπούς του Αγίου Πνεύματος συγγράφοντας θεολογικές μελέτες, διδακτικές και δογματικές επιστολές και πολλά ποιήματα, και μέσα σε αυτά τελείωσε η επίγεια ζωή του στις 25 Ιανουαρίου του 391. Με τη διαθήκη του άφησε την περιουσία της οικογένειας του στην Εκκλησία της Ναζιανζού, για τη φροντιδα των αναγκών των αγαπημένων του φτωχών.

Έγραψε 243 Επιστολές, 407 ποιήματα πού αριθμούν 20.000 στίχους καί ωραιότατα Επιγράμματα.


 
ΑΠΟΛΥΤΙΚΟ

 
Ήχος α΄
 
Ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας σου, τάς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας·
ὡς γάρ τά βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καί τά κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι.
Ἀλλά πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
 
 

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Μετά τα Χριστούγεννα. . .

 
(του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν)
γεννηση
Δεν προλαβαίνουμε να χαρούμε τα Χριστούγεννα, αυτή τη γιορτή της ειρήνης και της καλωσύνης που ακτινοβολεί το Παιδί της Βηθλεέμ, και τότε το ευαγγέλιο μάς προσκαλεί να παρασταθούμε μάρτυρες της έκρηξης μιας τρομακτικής μοχθηρίας απέναντι σ’ Αυτό, μιας μοχθηρίας που ποτέ δε θα τελειώσει ή θα αδυνατίσει.[...]

Ιστορικά γνωρίζουμε ότι ο Ηρώδης βασίλευε στην Παλαιστίνη με τη σύμφωνη γνώμη και υπό την προστασία των ρωμαίων κατακτητών, και πως ήταν ένας απάνθρωπος και άδικος τύραννος. Στην αντίδραση του στη γέννηση του Χριστού, το ευαγγέλιο μάς δίνει το αιώνιο πορτραίτο της επίγειας εξουσίας που ο μοναδικός σκοπός και η ενέργειά της εξαντλούνται στη διατήρηση, χρησιμοποίηση και υπεράσπιση της δύναμης που κατέχει ενάντια σε ο,τιδήποτε πιθανώς απειλεί την ύπαρξή της. Mήπως δεν το ξέρουμε τόσο καλά εμείς οι ίδιοι; Πάνω απ’ όλα ο Ηρώδης είναι τρομαγμένος και φιλύποπτος. Πιθανώς να αναρωτηθούμε πώς ήταν δυνατό ένα παιδί να αποτελεί απειλή, ένα παιδί για το οποίο δε βρέθηκε κανένα άλλο κατάλυμα παρά μια σπηλιά για να γεννηθεί; Για τον Ηρώδη όμως ήταν αρκετό το ότι κάποιος –και στην περίπτωσή μας αυτοί οι μάγοι από την Ανατολή- ονόμασε «βασιλιά» αυτό το άγνωστο φτωχικό και αβοήθητο παιδί. Τίποτε άλλο δε χρειάστηκε για να μπει σε λειτουργία ο μηχανισμός της εγκληματικής αναζήτησης, έρευνας, ανάκρισης και εκτέλεσης.
 
«Τότε Ηρώδης λάθρα καλέσας τους μάγους...». Έπρεπε να γίνει μυστικά, επειδή αυτού του τύπου η εξουσία γνωρίζει ότι μπορεί να λειτουργεί μόνο όταν η δουλειά της γίνεται μυστικά, που σημαίνει παράνομα και άδικα. Και τότε, «πορευθέντες», είπε ο Ηρώδης στους Μάγους «ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου.» Διατάζει να διερευνήσουν, να «κατασκευάσουν μιαν υπόθεση», να την προετοιμάσουν πολύ προσεκτικά έτσι, ώστε να μην υπάρχει καμιά διαφυγή ή σφάλμα καθώς ετοιμάζονται τα αντίποινα. Κατόπιν έρχεται το ψέμα: «επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ.» Πόσο συχνά δεν έχουμε δει αυτό το είδος του ψέματος να διαμορφώνεται τόσο μεθοδικά καθώς προετοιμάζεται να εκτοξευθεί. Και τελικά η παράλογη και αιματοβαμμένη αντεκδίκηση: για να καταστραφεί ο ένας, δολοφονούνται εκατοντάδες. Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις, δε σταματά σε τίποτε. Και όλα αυτά για να προστατευθεί η άπληστη εξουσία, που δεν έχει κανέναν άλλο τρόπο για να υπερασπίσει τον εαυτό της από τη βία, την απανθρωπιά και την ετοιμότητα να δολοφονήσει.
 
Το φως των Χριστουγέννων συναντά το σκοτάδι της κακόβουλης εξουσίας που την έχει διαφθείρει ο φόβος και η καχυποψία. Από τη μια πλευρά: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία.» Από την άλλη μια τρομακτική, συνεχώς κακή βούληση, ο ρόγχος ενός μισοπεθαμένου καθεστώτος που μισεί το φως, τον κόσμο, την ελευθερία, την αγάπη και επιθυμεί διακαώς να τα ξεριζώσει χωρίς έλεος. Γιατί να νοιαστεί αυτή η κακόβουλη εξουσία για τις κραυγές και το κλάμα των μητέρων που δε θα βρουν καμιά παρηγοριά; Δυο χιλιάδες χρόνια πέρασαν από τότε, αλλά οι ίδιες δύο εξουσίες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες η μια απέναντι στην άλλη στον πολυβασανισμένο πλανήτη μας: η εξουσία της γυμνής δύναμης, η τυφλωμένη από το φόβο και τρομακτικά απάνθρωπη και η ακτινοβόλα εξουσία του παιδιού της Βηθλεέμ. Φαίνεται όμως πως όλη η εξουσία, όλη η δύναμη βρίσκεται στα χέρια αυτής της γήινης αρχής, στα χέρια της αστυνομίας της, των ανακριτών της, στα χέρια αυτού του αθάνατου συστήματος των νυκτερινών επιχειρήσεων. Μόνο όμως φαινομενικά: επειδή ποτέ δεν παύουν να λάμπουν το αστέρι και η εικόνα της Μητέρας με το Βρέφος, ο ύμνος «Δόξα εν υψίστοις Θεώ» δεν έχει σιγήσει, και η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη ζουν.
 
Από το βιβλίο "Εορτολόγιο, Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος", εκδ. Ακρίτας

Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

Χριστούγεννα! Είσαι σίγουρος/η;

 
γεννησηΔεν είναι λίγες οι φορές που ταυτίζουμε τα Χριστούγεννα με λέξεις όπως: γιορτές, δώρα, κάλαντα, διακοπές, γλυκίσματα, στολισμένοι δρόμοι, βιτρίνες κλπ. Και φαίνεται σαν να λείπει ο ίδιος ο Χριστός από τη μεγάλη γιορτή! Όμως, η αλήθεια θα επιμένει κάθε χρόνο πως Χριστούγεννα σημαίνει: Ο Υιός του Θεού γίνεται άνθρωπος.
Ο Υιός του Θεού πήρε την ανθρώπινη φύση και έγινε άνθρωπος. Η ενέργεια αυτή του Θεού είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο που αμάρτησε. Καθώς ο ευαγγελιστής Ιωάννης διαβεβαιώνει «τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε μας έστειλε τον Μονογενή Υιό του, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια». Ο Υιός του Θεού πήρε την ανθρώπινη φύση για να την αποκαταστήσει και να την τελειοποιήσει.

Τί γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα; Το ότι «ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος Θεός»! Μας λέει δηλαδή η Εκκλησία: Σήμερα ο Θεός γίνεται κάτι που ποτέ δεν ήταν, δηλ. άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος κάτι που ποτέ δεν ήταν, δηλ. θεός, όμοιος με τον Θεό.

Όταν πια κανείς άλλος τρόπος δεν υπήρχε, αφού ο άνθρωπος, αλλοτριωμένος από τον Θεό, είχε ρημάξει κάθε ελπίδα να πλησιάσει ο ίδιος τον Δημιουργό του, σαν έφθασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Υιός του Θεού γίνεται υιός του ανθρώπου, για να μεταβάλει τους υιούς των ανθρώπων σε υιούς του Θεού. Ο Θεός εγκαταλείπει την αξιοπρέπεια Του, είναι ο «ανυπερήφανος Θεός», που αδειάζει τους ουρανούς και κατέρχεται στον κόσμο για να λυτρώσει τον υπερήφανο και αλαζόνα άνθρωπο. Ο Χριστός προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση για να την γιατρέψει, διότι μόνο εκείνο που ενώνεται με τον Θεό, αυτό και σώζεται.

Ο Χριστός γίνεται πια η αλήθεια μας, όλη η αλήθεια για τον Θεό, αλλά και όλη η αλήθεια για τον άνθρωπο. Ο Ιησούς είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο λυτρωτής του ανθρώπινου γένους, αλλά και ο προσωπικός λυτρωτής του καθενός ξεχωριστά. «Ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ»: αυτή η διαβεβαίωση του αγγέλου προς τους ποιμένες για τον προσωπικό χαρακτήρα της σωτηρίας που έφερε ο Χριστός, φανερώνει πως τώρα όλοι μπορούμε να γεφυρώσουμε το χάσμα που μας αποξενώνει από τον Θεό –συνεπώς και από τον συνάνθρωπο. Ο αναμενόμενος Μεσσίας είναι πια ανάμεσά μας. Η προσδοκία των εθνών, η γλυκιά ελπίδα του περιούσιου λαού, το κήρυγμα των προφητών, όλα δίνουν τη θέση τους σ’ Εκείνον, που είναι η εκπλήρωση της υπόσχεσης για έναν καινούριο κόσμο και τον καθαγιασμό της ανθρώπινης ύπαρξης.
 

Κατά τη θεία ενανθρώπηση ενώθηκε η θεία και η ανθρώπινη φύση. Ο Χριστός, λαμβάνοντας την ανθρώπινη σάρκα έγινε σε όλα όμοιος με μας εκτός από την αμαρτία. Η θεία φύση του Κυρίου με την ενανθρώπηση δεν έπαθε καμία αλλαγή, ενώ αντίθετα η ανθρώπινη φύση, χάρη στην ένωσή της με τη θεία, τελειοποιήθηκε. Η ένωση αυτή είναι παντοτινή, δηλ. η ανθρώπινη φύση μένει αιώνια ενωμένη με τη θεία φύση στο πρόσωπο του Χριστού.

Γιορτάζουμε, λοιπόν, Χριστούγεννα. Κι όμως πολλές φορές αναρωτιόμαστε: Πού είναι ο Χριστός; Νιώθουμε να απουσιάζει Εκείνος από τη μεγάλη γιορτή. Ξέρετε, έχουμε γεμίσει αυτές τις μέρες με τόσα πολλά –με τόσα περιττά- που για τον Ενανθρωπήσαντα Θεό της αγάπης πολλές φορές δεν υπάρχει τόπος στη ζωή μας.

Εκείνο που χρειάζεται είναι να καταλάβουμε πως ο Χριστός «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου». Όπως όλα τα γεγονότα της ζωής του Χριστού, έτσι και η γέννηση Του υπερβαίνει τον χρόνο και την ιστορία, γίνεται λειτουργικό γεγονός, πραγματικότητα σημερινή και αιώνια της Εκκλησίας και κατάκτηση των πιστών παιδιών της, διαρκές εσωτερικό βίωμα όλων εκείνων που επιθυμούν να γιορτάσουν αληθινά Χριστούγεννα.


Μας χρειάζεται να πάμε στη Βηθλεέμ! Να ξαναβρούμε το μήνυμα που κρύβει η μεγάλη γιορτή, να αναζητήσουμε το «παιδίον Ιησούς», να συνοδοιπορήσουμε με τους απλοϊκούς ποιμένες και τους σοφούς μάγους στην προσκύνηση του νεογέννητου, να αναρωτηθούμε και να ρωτήσουμε «πού γεννήθηκε ο σωτήρας του κόσμου;», να ακολουθήσουμε το ολοφώτεινο αστέρι να μας δείχνει το δρόμο προς τη νοητή Βηθλεέμ, που δεν είναι άλλη από την εορταστική τράπεζα της Εκκλησίας, τη χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία. Ο ερχομός του Χριστού στον κόσμο δεν προσφέρεται για ιδεολογικές, φιλοσοφικές ή έστω ρομαντικές προεκτάσεις. Η Ενσάρκωση βιώνεται ως αναζήτηση και ολοκλήρωση του ανθρώπου, του πληγωμένου ανθρώπου, που όμως στο πρόσωπο του Χριστού βλέπει ποιος πρέπει αληθινά να είναι, αντικρίζει την αδιάψευστη αλήθεια της ανθρωπιάς του, τον προορισμό και την καταξίωσή του.
 

Έτσι, Χριστούγεννα σημαίνει να συναντήσουμε τον νεογέννητο Ιησού στην κατανόηση και την αγάπη με τους γύρω μας, στη γενναία αυτοκριτική και την ειλικρινή εξομολόγηση, στη συμμετοχή μας στη λατρεία της Εκκλησίας. Χριστούγεννα σημαίνει να αφιερώσουμε χρόνο στον Χριστό, που είναι ο αληθινός φίλος των παιδιών και των νέων, να μάθουμε για τη γέννησή Του, να χαρούμε για το μονάκριβο δώρο της λύτρωσης που έφερε στον κόσμο. Χριστούγεννα σημαίνει να δούμε τον νεογέννητο Χριστό στα μάτια του φοβισμένου πρόσφυγα, του άνεργου, του άστεγου, του εξαρτημένου, του κάθε κουρασμένου διαβάτη με τον οποίο ο Χριστός έχει απόλυτα ταυτιστεί. Χριστούγεννα σημαίνει το «Ευχαριστώ» που ακόμη δεν είπαμε στο φίλο που μας βοήθησε, το «Συγνώμη» που δεν καταφέραμε να ψελλίσουμε, η «Καλημέρα» που δεν ανταποδώσαμε, η πέτρινη καρδιά μας που ακόμη δεν σπάσαμε, το χαμόγελο που στερήσαμε σε όσους το είχαν ανάγκη. Χριστούγεννα σημαίνει τη χαρά να μοιράζεσαι ό,τι έχεις αλλά και ό,τι είσαι.

Κι αυτό θα είναι τελικά το μεγαλύτερο δώρο των Χριστουγέννων σε όλους μας. Να γιορτάσουμε Χριστούγεννα μαζί με τον Χριστό! Να γιορτάσουμε Χριστούγεννα και να παρών στη μεγάλη γιορτή και ο ίδιος ο Χριστός, να είναι παρών και στη δική μας ψυχή! Καλά, ευλογημένα και κυρίως αληθινά Χριστούγεννα!