του
Καθ. Μιλτιάδη Κωνσταντίνου
Η ανάμνηση μιας συνάντησης αποτελεί
το περιεχόμενο της γιορτής της Υπαπαντής, που σύμφωνα με το λειτουργικό τυπικό
της Ορθόδοξης Εκκλησίας γιορτάζεται στις 2 Φεβρουαρίου κάθε έτους. Μιας
συνάντησης που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί οριακή, καθώς το ένα από τα πρόσωπα
που μετέχουν σ’ αυτήν βρίσκεται στο τέλος της ζωής του, ενώ το άλλο μόλις στην
αρχή της. Από τη μια μεριά στέκεται ένας γέρος ιουδαίος ιερέας, ο Συμεών, και
από την άλλη ο νεογέννητος, μόλις ολίγων ημερών, Ιησούς. Η συνάντηση γίνεται
στα Ιεροσόλυμα, στον περίφημο μεγαλοπρεπή Ναό που ο βασιλιάς Ηρώδης έχτισε στη
θέση του παλιού ναού του Σολομώντα, όταν ο Ιωσήφ και η Μαρία πήγαν εκεί, για να
προσφέρουν τις προβλεπόμενες από τον ιουδαϊκό Νόμο θυσίες για τη γέννηση του
παιδιού τους.
Όμως δεν είναι ούτε η διαφορά της
ηλικίας των προσώπων που συναντιούνται ούτε ο τόπος αυτά που καθιστούν τη
συγκεκριμένη συνάντηση αξιομνημόνευτη για δυο χιλιάδες χρόνια τώρα. Η
ιδιαιτερότητα της συνάντησης ανάμεσα στον Συμεών και στον Ιησού βρίσκεται σ’
αυτό που τα δύο πρόσωπα αντιπροσωπεύουν. Πρόκειται στην πραγματικότητα για τη
συνάντηση δύο κόσμων· ενός παλιού που σβήνει και χάνεται και ενός καινούργιου
που μόλις ανατέλλει.

Το αποστολικό ανάγνωσμα της γιορτής
προέρχεται από την Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολὴ και είναι ένα απόσπασμα από
την επιχειρηματολογία του αποστόλου που προσπαθεί να αποδείξει ότι η ιερωσύνη
του Ιησού είναι ανώτερη από την ιουδαϊκή ιερωσύνη. Για τον λόγο αυτόν
υπενθυμίζει στους αναγνώστες του το επεισόδιο της συνάντησης του προπάτορά τους
Αβραάμ με τον Μελχισεδέκ. Σύμφωνα με τη σχετική αφήγηση του βιβλίου της Γενέσεως,
επιστρέφοντας ο Αβραάμ από μια νικηφόρα μάχη, πέρασε από την Ιερουσαλήμ, στην
οποία τότε κατοικούσε μια χανανιτική φυλή, οι Ιεβουσαίοι. Έξω από την πόλη
συνάντησε τον βασιλιά της, τον Μελχισεδέκ, ο οποίος ήταν και ιερέας της πόλης.
Ο Μελχισεδέκ πρόσφερε στον Αβραάμ κρασί και ψωμί και ο Αβραάμ του έδωσε το ένα
δέκατο από τα λάφυρα που είχε πάρει από τη μάχη (Γεν 14:17-20). Ξεκινώντας ο
απόστολος από τη λογική παραδοχή ότι: «αυτός που ευλογεί είναι αναντίρρητα
ανώτερος απ’ αυτόν που ευλογείται», και εφαρμόζοντας την ερμηνευτική μέθοδο της
εποχής του καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αφού ο Αβραάμ ευλογήθηκε από τον
Μελχισεδέκ, ευλογήθηκε μέσα από αυτόν και ο απόγονός του ο Ααρών, ο πρώτος
αρχιερέας των Ισραηλιτών. Κατά συνέπεια ο Μελχισεδέκ είναι ανώτερος από τον
Ααρών. Ο λόγος για τον οποίο το συγκεκριμένο κείμενο διαβάζεται κατά τη γιορτή
της Υπαπαντής είναι ότι αναφέρεται στο όραμα του παλιού λαού του Θεού για το
οποίο έγινε λόγος παραπάνω.

Είπε στον Κύριό μου ο Κύριος:
“Κάθισε στα δεξιά μου
ώσπου να υποτάξω τους εχθρούς σου
κάτω απ’ την εξουσία σου”.
Απ’ τη Σιών θα στείλει ο Κύριος
της εξουσίας σου το σκήπτρο·
δέσποζε στους εχθρούς σου ανάμεσα.
Σ’ ακολουθεί ο λαός σου εθελοντικά,
όταν τους προσκαλείς
ν΄ αγωνιστούνε.
Ομορφοστόλιστα σαν να ’ταν για την
άγια γιορτή,
δροσάτα καθώς της αυγής τ’ αγιάζι,
τα παλικάρια σου τριγύρω σου
συνάζονται.
Ο Κύριος τ’ ορκίστηκε
και δεν θ’ αλλάξει γνώμη:
Εσύ είσαι ιερέας για πάντα
όπως ο Μελχισεδέκ (Ψαλ 109:1-4).

Σήμερα ο νέος λαός του Θεού ζει σε
μιαν ανάλογη εποχή. Έχουν περάσει και πάλι δυο χιλιάδες χρόνια. Ο νέος Ισραήλ,
η Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός, πέρασε αντίστοιχες με τον παλιό καταστάσεις.
Τα έβαλε κι αυτός με αυτοκρατορίες, πάλεψε με χίλιες δυο αντιξοότητες, έκανε κι
αυτός ιερατείο και περικαλλείς ναούς για να λατρέψει τον Θεό του. Όπλο του
στους αγώνες αυτούς ήταν ένα καινούργιο όραμα· η Βασιλεία του Θεού, ένας
καινούργιος κόσμος, όπου θα βασιλεύει η αγάπη, η ειρήνη και η δικαιοσύνη.
Έτσι, τώρα καλείται η Εκκλησία να
απαντήσεις στο ερώτημα· πόσο ζωντανό είναι ακόμη αυτό το όραμα; Μήπως τα δυο
χιλιάδες χρόνια χριστιανισμού την κούρασαν; Μήπως εγκατέλειψε τον αγώνα και
πέρασε στη συντήρηση; Φτήνυνε τόσο πολύ το όραμα, ώστε οι χριστιανοί να
εμφανίζονται έτοιμοι να παραδοθούν στον πρώτο επίγειο “σωτήρα” που θα
εμφανιστεί, διακηρύσσοντας ότι θα εγκαθιδρύσει μια “νέα τάξη πραγμάτων” στον
κόσμο; Μήπως το όραμα της παγκόσμιας ειρήνης και της συναδέλφωσης όλων των λαών
έδωσε τη θέση του στους εθνικιστικούς ανταγωνισμούς;

Δεν είναι, βέβαια, εύκολο να δώσει
κανείς μια σύντομη απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα. Το ευαγγελικό ανάγνωσμα της
γιορτής (Λουκ. 2:22-40) δίνει το μέτρο για μια εκτίμηση της κατάστασης. Ο γέρο
- Συμεών είχε την ετοιμότητα να αναγνωρίσει τον Χριστό, έστω και ως βρέφος,
γιατί είχε αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του στον σκοπό αυτό, ώστε να είναι έτοιμος
την κατάλληλη στιγμή. Ο Θεός δεν εμφανίστηκε μία και μοναδική φορά στην
Ιστορία. Είχε εμφανιστεί πάμπολλες φορές στο παρελθόν και εξακολουθεί να
εμφανίζεται και σήμερα. Το ερώτημα είναι πάντοτε, ποιοι είναι σε θέση να τον
αναγνωρίσουν. Σε πάρα πολλά σημεία του κηρύγματός του τονίζει ο Ιησούς την
ανάγκη αυτής της ετοιμότητας. Ο παλιός Ισραήλ έχασε αυτήν την ετοιμότητα και
μαζί της έχασε και τη σωτηρία, παρά το πλήθος των θυσιών που προσέφερε στον Ναό
του. Αν από τα παραπάνω ερωτήματα προκύψει ως απάντηση ότι και οι χριστιανοί
έχασαν την ετοιμότητά τους, τότε είναι μάταιες οι πανηγυρικές λειτουργίες και
οι λιτανείες, μάταια τα προσκυνήματα και τα τάματα. Μόνον αν κρατηθεί ζωντανό
το όραμα της Βασιλείας, μόνον αν από σήμερα κιόλας ξεκινήσει ο αγώνας για την
πραγμάτωσή του, μόνον τότε μπορεί η Εκκλησία να είναι φορέας σωτηρίας για όλους
τους λαούς της γης.