Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου
Ὁ Ἅγιος Λέων ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Κατάνης
Ὁ Ἅγιος Λέων γεννήθηκε στὴ Ραβέννα τῆς Ἰταλίας ἀπὸ γονεῖς εὐλαβεῖς καὶ εὐγενεῖς. Ἀφοῦ σπούδασε, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ Ραβέννα καὶ ἀργότερα ἐξελέγη γιὰ τὴν καθαρότητα καὶ πνευματικότητα τοῦ βίου αὐτοῦ Ἐπίσκοπος Κατάνης τῆς Σικαλίας. Ἔγινε προστάτης τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν χηρῶν, δίδασκε καὶ νουθετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔκτισε τὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Λουκίας († 13 Δεκεμβρίου). Ὁ Ἅγιος διακρίθηκε, ἐπίσης, γιὰ τοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν αἱρετικῶν, τοὺς ὁποίους νίκησε καὶ ντρόπιασε ὄχι μόνο μὲ λόγια ἀλλὰ καὶ μὲ κείμενα.
Ὁ Ἄγιος Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Καὶ τὸν μάγο Ἡλιόδωρο ποὺ εἶχε πλανέψει πολλοὺς μὲ μαγεῖες, μετὰ ἀπὸ προσευχὴ τὸν κατέκαψε μὲ τὴ φωτιά, ἐπειδὴ καυχιόταν ὅτι μποροῦσε νὰ κάνει τὰ πάντα καὶ ὅτι δὲν φοβόταν τὴ φωτιά. Βλέποντας οἱ πιστοὶ τὸ θαῦμα αὐτὸ καταπλάγηκαν. Ἀμέσως τὸ περιστατικὸ αὐτὸ διαδόθηκε στὴ Βασιλεύουσα. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ Ἅγιος προσκλήθηκε ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς Λέοντα Δ’ (775 – 780 μ.Χ.) καὶ Κωνσταντῖνο ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.) στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀξιώθηκε πολλῶν τιμῶν.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 785 μ.Χ. καὶ τὸ σεπτὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Λουκίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἱερέων ἀκρότης εὐσέβειας διδάσκαλος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Ἱεράρχα πανόλβιε· ἠθῶν γὰρ οὐρανίων τῷ φωτί, τοῦ Πνεύματος πλουτήσας τὴν ἰσχύν, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας καὶ τὰς ψυχὰς, Λέον τῶν προσιόντων σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν ἀπὸ βρέφους Κυρίῳ ἀνατεθέντα, καὶ ἐκ σπαργάνων τὴν χάριν ἀνειληφότα, πάντες τοῖς ᾄσμασι στεφανώσωμεν, Λέοντα τὸν φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ πρόμαχον· αὐτῆς γὰρ ὑπάρχει τὸ στήριγμα.
Μεγαλυνάριον.
Ἔφριξαν ἰδόντες σε ἐν φλογί, ἱστάμενον Πάτερ, ὡς ἐν κήπῳ ἀειθαλεῖ, τὸν δὲ μάγον ὥσπερ, κηρὸν διαλυθέντα, οἱ εὐσεβεῖς ὦ Λέον, Θεὸν δοξάζοντες.
Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κορνήλιος γεννήθηκε τὸ ἔτος 1501 στὴ Ρωσία ἀπὸ εὔπορη καὶ εὐγενὴ οἰκογένεια. Ἔλαβε τὴν ἐκπαίδευσή του κοντὰ σὲ ἕνα γέροντα μοναχὸ στὴ μονὴ Μιρὸζ τοῦ Πσκώφ, στὴν ὁποία τὸν ἀπέστειλαν οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του.
Μετὰ τὸ πέρας τῶν σπουδῶν του ἀποφάσισε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ νὰ γίνει μοναχός. Τὴν ἀπόφασή του αὐτὴ πραγματοποίησε, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐπισκέφθηκε τὴν Μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκὼφ καὶ ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὴν κατανυκτικότητα τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν καὶ τὸ κάλλος τῆς φύσεως.
Σὲ ἡλικία 28 ἐτῶν ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς μονῆς καὶ μερίμνησε γιὰ τὴν κατὰ Θεὸ προκοπὴ καὶ αὔξηση αὐτῆς. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν αὐξήθηκε ἀπὸ δεκαπέντε σὲ διακόσιους.
Παράλληλα ὁ Ὅσιος φρόντισε γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τῆς μονῆς καὶ τὴν ἀνέγερση ναῶν ἐντὸς αὐτῆς καὶ καλλιέργησε τὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο τῆς μονῆς στοὺς λαοὺς τῶν Αἰστιῶν καὶ τῶν Σαετίων, ποὺ ζοῦσαν στὴν περιοχή. Διάδωσε τὴν Ὀρθοδοξία, ἔκτισε ναούς, πανδοχεῖα, ὀρφανοτροφεῖα καὶ οἰκοτροφεῖα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς πτωχούς. Κατὰ τὴν διάρκεια φοβεροῦ λοιμοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ Πσκὼφ ὁ Ὅσιος Κορνήλιος, μιμούμενος τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα, συμπαραστεκόταν στοὺς ἀσθενεῖς φροντίζοντάς τους, τοὺς κοινωνοῦσε καὶ ἔψαλλε τὴν ἐξόδιο Ἀκολουθία σὲ ἐκείνους ποὺ ἀπέθνῃσκαν. Κατέγραφε μάλιστα τὰ ὀνόματα τὸν κεκοιμημένων σὲ ἕνα βιβλίο, ποὺ τὸ ἀποκαλοῦσε «πρυμναία βίβλο» ἀπὸ τὸν συμβολισμὸ τῆς πρύμνης τοῦ πλοίου, καὶ τὰ μνημόνευε στὶς προσευχές του, ἀφοῦ τὸ βιβλίο αὐτὸ γιὰ τὸν Ὅσιο σήμαινε τὴ μνήμη τῶν κεκοιμημένων.
Κατὰ τὸν Λιβονικὸ πόλεμο ὁ Ὅσιος κήρυττε τὸν Χριστιανισμὸ στὶς κατεχόμενες πόλεις, ἀνήγειρε ναοὺς καὶ βοηθοῦσε γενναιόδωρα τοὺς Αἰστίους καὶ Λιβονούς, οἱ ὁποῖοι χειμάζονταν ἀπὸ τὸν πόλεμο. Μέσα στὴ μονὴ περιποιόταν μὲ αὐταπάρνηση τοὺς τραυματίες καὶ ἀκρωτηριασμένους, ἐνταφίαζε τοὺς νεκροὺς στὰ σπήλαια καὶ χάραζε τὰ ὀνόματά τους στὸ Συνοδικὸ τῆς μονῆς ὑπὲρ τῆς αἰωνίας μνήμης αὐτῶν.
Ἀκόμη καὶ στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις ὁ Ὅσιος δὲν δίστασε νὰ συμπαρασταθεῖ στοὺς πολεμιστές. Τὸ ἔτος 1570, εὐλόγησε τὰ Ρώσικα στρατεύματα ποὺ πολιορκοῦσαν τὴν πόλη τοῦ Θελὶν καὶ τὴν ἴδια μέρα οἱ πολιορκημένοι Γερμανοὶ παρέδωσαν πράγματι οἰκιοθελῶς τὴν πόλη.
Ἐπιπλέον, σὲ καιρὸ εἰρήνης, ὁ Ὅσιος Κορνήλιος ἀσχολήθηκε μὲ τὴν συγγραφὴ καὶ τὴ συλλογὴ βιβλίων γιὰ τὴν βιβλιοθήκη τῆς μονῆς.
Ἡ μονὴ τῶν Σπηλαίων ἀναδείχθηκε φάρος τῆς Ὀρθοδοξίας γιὰ τὸ Ρωσικὸ λαὸ καὶ προμαχώνας ἐναντίων τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν τῆς Ρωσίας. Ὅμως ὁ Ὅσιος ἔπεσε θύμα τῶν ἐσωτερικῶν ταραχῶν ποὺ ξέσπασαν στὴ χώρα καὶ ἀποκεφαλίσθηκε ἀπὸ τὸν τσάρο Ἰβὰν τὸν Τρομερὸ τὸ ἔτος 1570, σὲ ἡλικία 69 ἐτῶν, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τὸ Χρονικὸ ποὺ συνέταξε ὁ ἱεροδιάκονος Πιτιρίμ.
Ὁ τσάρος ἀμέσως ἀναγνώρισε ὅτι ὁ Ὅσιος ἔπεσε θύμα διαβολῆς καὶ συκοφαντιῶν καὶ ἀφοῦ μετανόησε μετέφερε ὁ ἴδιος τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου Κορνηλίου στὴ μονή. Ὁ δρόμος τὸν ὁποῖο διήνυσε ὁ τσάρος φέροντας στὰ χέρια του τὸ ματωμένο λείψανο τοῦ Ὁσίου ὀνομάσθηκε «ὁδὸς τοῦ αἵματος». Τὸ ἱερὸ σκήνωμα ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, ὅπου καὶ παρέμεινε ἄφθορο ἐπὶ 120 χρόνια. Τὸ ἔτος 1690 ἀνεκομίσθη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Πσκὼφ καὶ Ἰζμπὸρκ Μάρκελλο στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Νέα ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων ἔγινε κατὰ τὰ ἔτη 1872 καὶ 1892, ὁπότε καὶ τὰ ἐναπέθεσαν ἐντὸς νέων θηκῶν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ὁ Ἅγιος Λέων ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Κατάνης
Ὁ Ἅγιος Λέων γεννήθηκε στὴ Ραβέννα τῆς Ἰταλίας ἀπὸ γονεῖς εὐλαβεῖς καὶ εὐγενεῖς. Ἀφοῦ σπούδασε, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ Ραβέννα καὶ ἀργότερα ἐξελέγη γιὰ τὴν καθαρότητα καὶ πνευματικότητα τοῦ βίου αὐτοῦ Ἐπίσκοπος Κατάνης τῆς Σικαλίας. Ἔγινε προστάτης τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν χηρῶν, δίδασκε καὶ νουθετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔκτισε τὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Λουκίας († 13 Δεκεμβρίου). Ὁ Ἅγιος διακρίθηκε, ἐπίσης, γιὰ τοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν αἱρετικῶν, τοὺς ὁποίους νίκησε καὶ ντρόπιασε ὄχι μόνο μὲ λόγια ἀλλὰ καὶ μὲ κείμενα.
Ὁ Ἄγιος Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Καὶ τὸν μάγο Ἡλιόδωρο ποὺ εἶχε πλανέψει πολλοὺς μὲ μαγεῖες, μετὰ ἀπὸ προσευχὴ τὸν κατέκαψε μὲ τὴ φωτιά, ἐπειδὴ καυχιόταν ὅτι μποροῦσε νὰ κάνει τὰ πάντα καὶ ὅτι δὲν φοβόταν τὴ φωτιά. Βλέποντας οἱ πιστοὶ τὸ θαῦμα αὐτὸ καταπλάγηκαν. Ἀμέσως τὸ περιστατικὸ αὐτὸ διαδόθηκε στὴ Βασιλεύουσα. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ Ἅγιος προσκλήθηκε ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς Λέοντα Δ’ (775 – 780 μ.Χ.) καὶ Κωνσταντῖνο ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.) στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀξιώθηκε πολλῶν τιμῶν.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 785 μ.Χ. καὶ τὸ σεπτὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Λουκίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἱερέων ἀκρότης εὐσέβειας διδάσκαλος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Ἱεράρχα πανόλβιε· ἠθῶν γὰρ οὐρανίων τῷ φωτί, τοῦ Πνεύματος πλουτήσας τὴν ἰσχύν, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας καὶ τὰς ψυχὰς, Λέον τῶν προσιόντων σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν ἀπὸ βρέφους Κυρίῳ ἀνατεθέντα, καὶ ἐκ σπαργάνων τὴν χάριν ἀνειληφότα, πάντες τοῖς ᾄσμασι στεφανώσωμεν, Λέοντα τὸν φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ πρόμαχον· αὐτῆς γὰρ ὑπάρχει τὸ στήριγμα.
Μεγαλυνάριον.
Ἔφριξαν ἰδόντες σε ἐν φλογί, ἱστάμενον Πάτερ, ὡς ἐν κήπῳ ἀειθαλεῖ, τὸν δὲ μάγον ὥσπερ, κηρὸν διαλυθέντα, οἱ εὐσεβεῖς ὦ Λέον, Θεὸν δοξάζοντες.
*
Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κορνήλιος γεννήθηκε τὸ ἔτος 1501 στὴ Ρωσία ἀπὸ εὔπορη καὶ εὐγενὴ οἰκογένεια. Ἔλαβε τὴν ἐκπαίδευσή του κοντὰ σὲ ἕνα γέροντα μοναχὸ στὴ μονὴ Μιρὸζ τοῦ Πσκώφ, στὴν ὁποία τὸν ἀπέστειλαν οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του.
Μετὰ τὸ πέρας τῶν σπουδῶν του ἀποφάσισε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ νὰ γίνει μοναχός. Τὴν ἀπόφασή του αὐτὴ πραγματοποίησε, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐπισκέφθηκε τὴν Μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκὼφ καὶ ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὴν κατανυκτικότητα τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν καὶ τὸ κάλλος τῆς φύσεως.
Σὲ ἡλικία 28 ἐτῶν ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς μονῆς καὶ μερίμνησε γιὰ τὴν κατὰ Θεὸ προκοπὴ καὶ αὔξηση αὐτῆς. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν αὐξήθηκε ἀπὸ δεκαπέντε σὲ διακόσιους.
Παράλληλα ὁ Ὅσιος φρόντισε γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τῆς μονῆς καὶ τὴν ἀνέγερση ναῶν ἐντὸς αὐτῆς καὶ καλλιέργησε τὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο τῆς μονῆς στοὺς λαοὺς τῶν Αἰστιῶν καὶ τῶν Σαετίων, ποὺ ζοῦσαν στὴν περιοχή. Διάδωσε τὴν Ὀρθοδοξία, ἔκτισε ναούς, πανδοχεῖα, ὀρφανοτροφεῖα καὶ οἰκοτροφεῖα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς πτωχούς. Κατὰ τὴν διάρκεια φοβεροῦ λοιμοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ Πσκὼφ ὁ Ὅσιος Κορνήλιος, μιμούμενος τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα, συμπαραστεκόταν στοὺς ἀσθενεῖς φροντίζοντάς τους, τοὺς κοινωνοῦσε καὶ ἔψαλλε τὴν ἐξόδιο Ἀκολουθία σὲ ἐκείνους ποὺ ἀπέθνῃσκαν. Κατέγραφε μάλιστα τὰ ὀνόματα τὸν κεκοιμημένων σὲ ἕνα βιβλίο, ποὺ τὸ ἀποκαλοῦσε «πρυμναία βίβλο» ἀπὸ τὸν συμβολισμὸ τῆς πρύμνης τοῦ πλοίου, καὶ τὰ μνημόνευε στὶς προσευχές του, ἀφοῦ τὸ βιβλίο αὐτὸ γιὰ τὸν Ὅσιο σήμαινε τὴ μνήμη τῶν κεκοιμημένων.
Κατὰ τὸν Λιβονικὸ πόλεμο ὁ Ὅσιος κήρυττε τὸν Χριστιανισμὸ στὶς κατεχόμενες πόλεις, ἀνήγειρε ναοὺς καὶ βοηθοῦσε γενναιόδωρα τοὺς Αἰστίους καὶ Λιβονούς, οἱ ὁποῖοι χειμάζονταν ἀπὸ τὸν πόλεμο. Μέσα στὴ μονὴ περιποιόταν μὲ αὐταπάρνηση τοὺς τραυματίες καὶ ἀκρωτηριασμένους, ἐνταφίαζε τοὺς νεκροὺς στὰ σπήλαια καὶ χάραζε τὰ ὀνόματά τους στὸ Συνοδικὸ τῆς μονῆς ὑπὲρ τῆς αἰωνίας μνήμης αὐτῶν.
Ἀκόμη καὶ στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις ὁ Ὅσιος δὲν δίστασε νὰ συμπαρασταθεῖ στοὺς πολεμιστές. Τὸ ἔτος 1570, εὐλόγησε τὰ Ρώσικα στρατεύματα ποὺ πολιορκοῦσαν τὴν πόλη τοῦ Θελὶν καὶ τὴν ἴδια μέρα οἱ πολιορκημένοι Γερμανοὶ παρέδωσαν πράγματι οἰκιοθελῶς τὴν πόλη.
Ἐπιπλέον, σὲ καιρὸ εἰρήνης, ὁ Ὅσιος Κορνήλιος ἀσχολήθηκε μὲ τὴν συγγραφὴ καὶ τὴ συλλογὴ βιβλίων γιὰ τὴν βιβλιοθήκη τῆς μονῆς.
Ἡ μονὴ τῶν Σπηλαίων ἀναδείχθηκε φάρος τῆς Ὀρθοδοξίας γιὰ τὸ Ρωσικὸ λαὸ καὶ προμαχώνας ἐναντίων τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν τῆς Ρωσίας. Ὅμως ὁ Ὅσιος ἔπεσε θύμα τῶν ἐσωτερικῶν ταραχῶν ποὺ ξέσπασαν στὴ χώρα καὶ ἀποκεφαλίσθηκε ἀπὸ τὸν τσάρο Ἰβὰν τὸν Τρομερὸ τὸ ἔτος 1570, σὲ ἡλικία 69 ἐτῶν, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τὸ Χρονικὸ ποὺ συνέταξε ὁ ἱεροδιάκονος Πιτιρίμ.
Ὁ τσάρος ἀμέσως ἀναγνώρισε ὅτι ὁ Ὅσιος ἔπεσε θύμα διαβολῆς καὶ συκοφαντιῶν καὶ ἀφοῦ μετανόησε μετέφερε ὁ ἴδιος τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου Κορνηλίου στὴ μονή. Ὁ δρόμος τὸν ὁποῖο διήνυσε ὁ τσάρος φέροντας στὰ χέρια του τὸ ματωμένο λείψανο τοῦ Ὁσίου ὀνομάσθηκε «ὁδὸς τοῦ αἵματος». Τὸ ἱερὸ σκήνωμα ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, ὅπου καὶ παρέμεινε ἄφθορο ἐπὶ 120 χρόνια. Τὸ ἔτος 1690 ἀνεκομίσθη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Πσκὼφ καὶ Ἰζμπὸρκ Μάρκελλο στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Νέα ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων ἔγινε κατὰ τὰ ἔτη 1872 καὶ 1892, ὁπότε καὶ τὰ ἐναπέθεσαν ἐντὸς νέων θηκῶν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx