Ένας ιστοχώρος Ορθόδοξου Χριστιανικού προσανατολισμού και προβληματισμού.



Μια προσπάθεια για μέθεξη στην πνευματικότητα, στα ιερουργούμενα της Ορθόδοξης Λατρείας και στην Εκκλησιαστική Ζωή.















ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ
Υπέρθυρο της εισόδου του Ναού

Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΥΡΟΣ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΗΣ


Ἰατροί ἀνεδείχθητε, ἀσθενούντων Μακάριοι
καὶ φωστῆρες ἄδυτοι διὰ πίστεως·
ὁμολογίας συνήγοροι, Μαρτύρων συμμέτοχοι,
τοὺς στεφάνους ἀληθῶς, τοὺς τῆς νίκης δεξάμενοι.
Κῦρε ἔνδοξε, καὶ σοφέ Ἰωάννη,
ἀσιγήτως δυσωπεῖτε τὸν Σωτῆρα,
ὑπὲρ ἡμῶν Παμμακάριστοι.

 
Ἐκκλησία μας τὴν 31η Ἰανουαρίου ἑορτάζει τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ θαυματουργῶν Ἀναργύρων Κύρου καὶ Ἰωάννου. Οἱ θαυματουργοί αὐτοί ἅγιοι ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ ἀσεβοῦς βασιλέως Διοκλητιανοῦ (292). Ὁ Κῦρος γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, ὁ δὲ Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς Μεσοποταμίας.

Οἱ γονεῖς τοῦ Κύρου ἦταν πολύ εὐσεβεῖς χριστιανοί καὶ ἀνέθρεψαν τὸν υἱὸν τους «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Τὸν δίδαξαν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη στὸν Χριστό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνει εὐλαβής καὶ ἐνάρετος Χριστιανός. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἦταν τὸ καθημερινό ἐντρύφημά του· μὲ αὐτὴν κοιμότανε καὶ μὲ αὐτήν ξυπνοῦσε. Ἡ φρόνηση, ἡ κοσμιότητα καὶ ἡ ταπείνωση ἦταν μερικά ἀπο τὰ πολλά χαρίσματά του. Ὅσο μεγάλωνε στὴν ἡλικία, δυνάμωνε μέσα του ὁ θεῖος ἔρωτας καὶ σκληραγωγοῦσε τὸ σῶμα του μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ μὲ κάθε ἐγκράτεια, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα ἀπομακρύνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐνῶ ἦταν νέος ἀκόμη ζοῦσε ἀγγελική ζωή.

Οἱ γονεῖς του, παράλληλα μὲ τὴν κατὰ Χριστόν μόρφωσή του, φρόντισαν νὰ τοῦ δώσουν καὶ κοσμική μόρφωση· δηλαδή νὰ σπουδάσει τὴν ἰατρική τέχνη, ὄχι βέβαια για τὴν ἀπόκτηση χρημάτων ἤ ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλά γιὰ τὴν βοήθεια πασχόντων καὶ δυστυχισμένων συνανθρώπων. Ἔτσι ὁ Κῦρος ἔγινε ἕνας ἐμπειρότατος ἰατρός. Στὸ ἰατρικό ἐργαστήριο του κατέφευγε πλῆθος ἀρρώστων ἀνθρώπων, ποὺ θεραπεύονταν ὄχι μόνο μὲ τὶς ἰατρικές θεραπεῖες, οἱ ὁποῖες γίνονταν τότε μὲ βότανα καὶ μὲ διάφορα φάρμακα, ἀλλά κυρίως θαυματουργικῶς, μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Γιατί μὲ τὴν πρόφαση τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης δίδασκε στοὺς ἀνθρῶπους τὴν ευσέβεια καὶ τοὺς μὲν εἰδωλολάτρες ὁδηγοῦσε στὴν χριστιανική πίστη, τοὺς δε πιστούς στερέωνε σ΄αὐτήν. Θεωροῦσε ὡς αἰτία πολλῶν ἀσθενειῶν τὴν ἀμαρτία, στηριζόμενος μάλιστα στὸ γεγονός τῆς θεραπεῖας τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Βηθεσδᾶ, στὸν ὁποῖον ὁ Κύριος, μετὰ τὴν θαυματουργική θεραπεῖα εἶπε: «Ἴδε, ὑγιής γέγονας· μηκέτι ἀμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρον τὶ σοι γένηται». Δηλαδή, δὲς πόσο ἀνέλπιστα, χωρίς κόπο καὶ δαπάνες ἔγινες ὑγιής, προσπάθησε τώρα νὰ μὴν ἐπανέλθεις στὴν άμαρτωλή ζωή, γιὰ νὰ μὴν σοῦ συμβεῖ κάτι χειρότερο (Ἰωάν. 5,14). Οἱ λόγοι αὐτοί τοῦ Σωτῆρος φανερώνουν, ὅτι ἡ μακροχρόνια ἐκείνη παράλυση ἦταν ἀποτέλεσμα ἁμαρτωλῆς ζωῆς. Γιατὶ πολλές ἀρρώστειες εἶναι ἀποτέλεσμα ὁρισμένων ἀμαρτημάτων.

Ἔτσι καὶ ὁ ἅγιος Κῦρος ἀκολουθῶντας τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου μας, ἔγινε αἴτιος σωτηρίας πολλῶν ψυχῶν, γιατί μαζί μὲ τὴν θεραπεία τοῦ σώματος προσπαθοῦσε νὰ δώσει καὶ τὴν θεραπεία τῆς ψυχῆς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό ἔλεγε: «Ὅποιος θέλει νὰ μὴν ἄρρωστήσει, ἄς φυλάγεται ἀπὸ τὴν ἄμαρτία, ἐπειδή ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ἔρχεται πολλές φορές ἡ ἀρρώστεια».

Τὸ ἰατρικό ἐργαστήριο τοῦ ἁγίου Κύρου ἔγινε κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, στὴν ὁποῖα ἔβρισκαν θεραπεία ἀπὸ κάθε νόσο καὶ κάθε ἀσθένεια, ὅσοι κατέφευγαν ἐκεῖ. Αὐτό βέβαια δεν εἶναι παράξενο, γιατί ὁ Κύριός μας μᾶς εἶπε: «Ἀμήν, ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ, τὰ ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ κακεῖνος ποιήσει καὶ μείζονα τούτων ποιήσει». Δηλαδή, ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει σὲ μένα, τὰ ὑπερφυσικά ἔργα ποὺ κάνω ἐγώ θὰ κάνει καὶ ἐκεῖνος καὶ μεγαλύτερα ἀπὸ αὐτά θὰ κάνει (Ἰωαν. 14,12).

Ὁ ἅγιος Κῦρος ἀπέκτησε μεγάλη φήμη. Ἡ κατά Χριστόν ζωή του ὅμως, ἔγινε ἀφορμή νὰ ὀργιάσουν ἐναντίον του οἱ ἐχθροί τῆς πίστεὼς μας καὶ ἄρχισαν ἕνα φοβερό πόλεμο σὲ δύο μέτωπα. Ἀπό τὴν μία οἱ εἰδωλολάτρες καὶ ἀπό τὴν ἄλλη οἱ ἰατροί, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν εὐκαιρία νὰ τὸν συκοφαντήσουν στὸν ἄρχοντα τοῦ τόπου, γιατί ἀσφαλῶς «τοὺς χαλοῦσε τὴν πιάτσα», ἀφοῦ θεράπευε χωρίς ἀμοιβή· γι΄ αὐτό ὀνομάστηκε καὶ ἀνάργυρος. Ἔτσι, λοιπόν, οἱ ἐχθροί τοῦ ἁγίου τὸν κατηγόρησαν ὡς χριστιανό στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως, ὁ ὁποῖος ἦταν σκληρότατος καὶ ἀπάνθρωπος, ὅτι στρέφεται ἐναντίον τῶν εἰδώλων καὶ ὁτι δὲν φοβᾶται τὴν δύναμή του καὶ τὴν ἐξουσία του καὶ καθημερινῶς μεταδίδει τὴν χριστιανική πίστη σὲ ὅλους τοὺς ἄνθρώπους. Τότε, λοιπόν, ὁ ἄρχοντας διέταξε νὰ φέρουν τὸν Κῦρο στὸ δικαστήριο. Αὐτός ὅμως ἔφυγε στὴν Ἀραβία, ὄχι ἀπὸ δειλία, ἀλλά ἀπὸ θεῖα οἰκονομία, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει καὶ ἐκεῖ εἰδωλολάτρες στὴν ἀληθινή πίστη. Ἐκεῖ πῆγε σὲ μοναστήρι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀνέλθει σὲ ὑψηλά πνευματικά ἐπίπεδα. Θεράπευε κάθε ἀσθένεια μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἡ φήμη τῆς θαυματουργικῆς του χάριτος, μὲ τὴν ὁποῖα ἦταν προικισμένος ὁ ἅγιος Κῦρος, ἔφερε σ΄ αὐτόν συμμοναστή του κάποιον στρατιώτη μὲ τὸ ὄνομα Ἰωάννη.

Ὁ Ἰωάννης στολισμένος καὶ αὐτός ἐπίσης μὲ πολλά πνευματικά χαρίσματα ἔγινε στρατιώτης τοῦ Οὐρανίου Βασιλέως. Ἀφοῦ μοίρασε ὁλη τὴν περιουσία του στοὺς πτωχούς καὶ ἀπελευθερώθηκε ἀπὸ κάθε ἐπίγεια δόξα, φρόντιζε γιὰ τοὺς ἀδυνάτους καὶ ἀρρώστους καὶ ἐμιμεῖτο τὴν ζωή καὶ τοὺς ἔνθεους ἀγῶνες τοὺ ἁγίου Κύρου. Οἱ δύο ἅγιοι μὲ τὴν δύναμη τῆς πίστεως στὸν Χριστό ὄχι μόνο γιάτρευαν θαυματουργικά κάθε πάσχοντα, ποὺ πήγαινε στὸ ἐρημητήριό τους, ἀλλά ἀγωνίζονταν καὶ σκληρά γιὰ νὰ στὴν πίστη τοὺς δοκιμαζομένους ἀδελφούς τους.

Ἔτσι, ὅταν ἔμαθαν ὅτι σὲ κάποια πόλη τῆς Συρίας ὁ σκληρός καὶ ἀπάνθρωπος ἡγεμόνας Συριανός ἐφυλάκισε μία χήρα γυναίκα, τὴν Ἀθανασία, μὲ τὶς τρεῖς νεαρές θυγατέρες της, τὴν Θεοκτίστη (15 χρονῶν), τὴν Θεοδότη (13 χρονῶν) καὶ τὴν Εὐδοξία (11 χρονῶν) καὶ εἶχε σκοπό νὰ τὶς βασανίσει, γιατί κήρυτταν τὸν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό, τότε οἱ δύο ἅγιοι χωρίς νὰ φοβηθοῦν πῆγαν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ νουθετοῦσαν, δυνάμωναν καὶ παρακινοῦσαν μὲ τὸ λόγο τους τὶς τέσσερεις γυναῖκες στὸν ἀγῶνα τοῦ μαρτυρίου. Νὰ μὴν φοβηθοῦν τὰ βασανιστήρια καὶ χάσουν τὸ στεφάνι τοῦ Οὐρανίου Βασιλέως Χριστοῦ.

Ἐξαιτίας, ὅμως αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ὁ Συριανός θύμωσε καὶ διέταξε νὰ φέρουν μπροστά του τοὺς ἁγίους Κῦρο καὶ Ἰωάννη, τοὺς ὁποίους ὑπέβαλε σὲ φρικτά βασανιστήρια. Ἀκόμη διέταξε νὰ φέρουν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ τὴν ἁγία Αθανασία μὲ τὶς τρεῖς μικρές κόρες της, νὰ βλέπουν τὰ βασανιστήρια, οὔτως ὥστε νὰ φοβηθοῦν καὶ νὰ ὑπακούσουν στὶς διαταγές τοῦ σκληροῦ ἄρχοντα. Ὅμως οἱ τέσσερεις γυναῖκες, οἱ ὁποῖες ἀγάπησαν τόσο πολύ τὸν Θεό, ἔμεναν ἀμετάκλητες στὴν πίστη τους καὶ περίμεναν με πόθο τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου, γιὰ νὰ πάρουν τὸ στεφάνι τῆς νίκης. Καὶ ἐπειδή ἀρνήθηκαν ὄχι μόνο νὰ ὑπακούσουν στὶς διαταγές τοῦ τυράννου ἄρχοντα, ἀλλά καὶ δημόσια ἐκήρυτταν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς Σωτῆρα καὶ ἀληθινό Θεό, ὁ αἰμοβόρος ἄρχοντας διέταξε νὰ θανατωθοῦν μὲ ἀποκεφαλισμό. Τότε οἱ μακάριες ὄχι μόνο δὲν ἐδειλίασαν, ἀλλά μὲ χαρά ἔσκυψαν τὸν αὐχένα καὶ δέχτηκαν τὸ μακάριο τέλος.

Ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά βλέποντας ὁ ἀσεβής Συριανός τοὺς Ἁγίους Κῦρο καὶ Ἰωάννη νὰ ἐξακολουθοῦν νὰ μένουν ἀκλόνητοι καὶ ἀμετακίνητοι στὴν πίστη τους πρὸς τὸν ἀληθινό Θεό, παρ΄ ὅλα τὰ φοβερά μαρτύρια ποὺ ὑπέστησαν, ἔδωσε ἐντολή νὰ κόψουν καὶ αὐτῶν τὶς κεφαλές, τὴν 31η Ἰανουαρίου· καὶ οἱ μὲν ἅγιες καὶ αγνὲς ψυχές τους μετέβησαν στὸν οὐρανό, τὰ δὲ τίμια λείψανά τους πῆραν οἱ εὐλαβεῖς χριστιανοί καὶ τὰ ἐνεταφίασαν στὸν Ἱερό Ναό τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου.

Ἀγαπητοί χριστιανοί,

Τὸ μαρτυρικό τέλος τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπῆρξε πραγματικά συγκλονιστικό. Χάρη στὴν ἀκατάβλητη δύναμη ποὺ ἔπαιρναν ἀπὸ τὸν Θεό, ἄντιμετώπισαν τὰ φρικτά ἐκεῖνα βασανιστήρια. Ἔτσι εὐαρέστησαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεό, ὅπως βεβαιώνει καὶ ὁ ἱερός ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας: 

Ἰατροί ἀνεδείχθητε, ἀσθενούντων Μακάριοι
καὶ φωστῆρες ἄδυτοι διὰ πίστεως·
ὁμολογίας συνήγοροι, Μαρτύρων συμμέτοχοι,
τοὺς στεφάνους ἀληθῶς, τοὺς τῆς νίκης δεξάμενοι.
Κῦρε ἔνδοξε, καὶ σοφέ Ἰωάννη,
ἀσιγήτως δυσωπεῖτε τὸν Σωτῆρα,
ὑπὲρ ἡμῶν Παμμακάριστοι.

Η.Ι.Χ

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

ΕΛΑΤΕ ΝΑ ΣΑΣ ΔΕΙΞΩ ΕΝΑΝ ΠΑΤΕΡΑ!

 
Σαν σήμερα, 30 Ιανουαρίου του 1996 μετώκησε στην αιώνια και ασάλευτη βασιλεία του αγαπημένου του Κυρίου, ο όσιος αυτός "άνθρωπος του Θεού", ο αλησμόνητος, για όσους τον γνώρισαν, ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ (Γ΄) Μητροπολίτης Καστοριάς.

Στή πορεία των χρόνων όμως, αποδεικνύει πολύ συχνά, οτι δεν έφυγε από κοντά μας. Το ανεπανάληπτο βλέμμα του, το γεμάτο αγάπη, καλοσύνη, φροντίδα, πραότητα, χαρά πέφτει ακόμα και τώρα πάνω μας, και η γλυκειά αύρα της παρουσίας του Θεού στην ύπαρξη του, ακόμα μας αγγίζει και μας μεταδίδει στη λύπη τη χαρά, στον πόνο την ανάπαυση, στην ταραχή τη γαλήνη, στα προβλήματα τη λύση, στους κινδύνους τη σωτηρία... όλα αυτά κι άλλα πολλά που χρειαζόμαστε, μας τα χαρίζει πραγματικά ως παρών, χωρίς συναισθηματική ψευδαίσθηση...

Πονέσαμε πολύ τότε…

μα δεν μας λείπει από τότε...

Τώρα είναι πιο ζωντανή η παρουσία του στη ζωή μας!!!

Κι ας μη το αξίζουμε....

Ίσως γιαυτό!

Γιατί μας ξυπνά και μας οδηγεί στην αναζήτηση εκείνης της πνευματικής μας κατάστασης, που ζούσαμε κοντά του…

Μας οδηγεί η άγια παρουσία του στην επιστροφή, στη μετάνοια...

Άγιος;;;

Ίσως...


 Σίγουρα στη συνείδηση μας,


στη συνείδηση πολλών...


θα το βεβαιώσει αυτό η Εκκλησία στην οποία δαπάνησε τον εαυτό του...


η Εκκλησία την οποία διακόνησε και διακονεί...

Το μαρτυρεί όμως  η περιγραφή των όσων έγραψα, άλλα και αποδείξεις άλλες, ορθολογιστικά ανεξήγητες, που δεν είναι της παρούσης να καταγράψω, αλλά καταγράφονται από όσους τις βιώνουν, από όσους έχουν μυρίσει την ευωδία που αναβλύζει ο τάφος του, από όσους έχουν θεραπευτεί από ασθένειες με την παρέμβασή του, από εκείνους που τους έσωσε από βέβαιο θάνατο σε τροχαίο, και μετά τους επισκέφθηκε στο κρεβάτι της ανάρρωσης, για να τους παρηγορήσει και να τους καθησυχάσει, καταγράφονται από πολλούς στους οποίους εμφανίζεται ζωντανός, μέσα στη μέρα...

Αγιασμένος άγιος από τον Τρισάγιο Θεό!!!

Αλήθεια, σας το εξομολογούμαι με κάθε ειλικρίνεια, όσο εγωιστικό κι αν σας φανεί, δεν χαίρομαι τόσο γι αυτό, για την παρησία του προς τον Θεό, όσο για το ότι είναι ακόμα κοντά μου, με φροντίζει και μου προσφέρει την απερίγραπτη και ανεπανάληπτη πατρική του αγάπη!!!

Σας ευχαριστώ όσους μπήκατε στον κόπο να διαβάσετε τη μικρή μου εξομολόγηση και μοιραστήκατε μαζί μου όσα νιώθω.

Η μνήμη του πατέρα ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ του Γ΄ Μητροπολίτου Καστορίας (του Παπουτσοπούλου) είναι αιωνία…

Δόξα τω Θεώ!!!

 Γι αυτό εύχομαι ολόψυχα να έχετε την ευχή του!!!
αχρείος δούλος

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

 
Ένας ιεράρχης υπέρτερος των Ελλήνων ρητόρων
ΜΕΓΑΛΟΣ ιεράρχης, θεοφώτιστος θεολόγος, χαρισματικός ερμηνευτής των θείων δογμάτων της πίστεως και πρόμαχος της Ορθοδοξίας είναι o Αγιος Γρηγόριος, ο Θεολόγος, που η Εκκλησία μας τιμά την 25η Ιανουαρίου.


Είναι «αστέρι της Ορθοδοξίας», που υμνήθηκε και τιμήθηκε στο πέρασμα των αιώνων όσο ελάχιστοι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. Η Γ' Οικουμενική Σύνοδος τον χαρακτήρισε «Μέγα». Ό Άγιος Βασίλειος έγραψε γι' αυτόν ότι ήταν ποιμένας καί επίσκοπος άξιος, «ίνα κυβερνά την καθ' άπασαν την Οίκουμένην Έκκλησίαν».

Επαίνεσαν επίσης τον Γρηγόριο, ο Θεόδωρος ο Στουδίτης, ως μύστη της Θεολογίας, ο Ιωάννης ο Σικελιώτης καί άλλοι μελετητές των λόγων του, αποφάνθηκαν ότι ο Ιεράρχης «είναι όχι εφάμιλλος, αλλά υπέρτερος των Ελλήνων ρητόρων». Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Ρουφίνος ο οποίος μετέφρασε τους λόγους του στα Λατινικά έγραψε επιγραμματικά: «Δεν υπάρχει ορθόδοξος πού να μη συμφωνεί στην πίστη με τον Γρηγόριο».

Γεννήθηκε το 329 στην Άριανζό, προάστιο της Ναζιανζού και γιαυτό κάποτε καλείται καί Ναζιανζηνός. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας του ονομαζόταν και αυτός Γρηγόριος καί έγινε επίσκοπος στη Ναζιανζό. Η μητέρα του Νόννα, ήταν γυναίκα με φλογερή πίστη και τον ανέθρεψε χριστιανικά. Τον διαπαιδαγώγησε με αξιοζήλευτη φροντίδα. Του καλλιέργησε αισθήματα αγάπης για τους φτωχούς, τους πονεμένους καί τους διωκόμενους από τυράννους.

Σπούδασε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, στην Καισαρεία της Παλαιστίνης καί στην Αθήνα. Στο «κλεινόν άστυ» έμεινε έξι χρόνια και παρακολούθησε κυρίως ρητορική καί φιλοσοφία,


Στήν Αθήνα σπούδαζε εκείνο τον καιρό και ένας άλλος λαμπρός νέος ο οποίος ξεχώριζε κι αυτός στη μόρφωση, στις επιστήμες καί στον χαρακτήρα. Ήταν ο Βασίλειος, αυτός που αργότερα θα γινόταν ο φωτισμένος ιεράρχης της Καισαρείας.

Το 357 ο Γρηγόριος επιστρέφει στην πατρίδα του τη Ναζιανζό και οι γονείς του τον υποδέχονται τρισευτυχισμένοι. Τότε χωρίς αναβολή βαφτίζεται. Επικρατούσε ακόμα συνήθεια σε πολλούς να βαφτίζονται σε μεγάλη ηλικία. Αφού έμεινε για λίγο κοντά στους δικούς του, πήγε στον Πόντο για να ζήσει ασκητικά, κοντά στον αδελφικό του φίλο Βασίλειος.

Επιστρέφοντας από τον Πόντο χειροτονείται από τον επίσκοπο πατέρα του, Ιερέας.

Το έργο του Ιερέα, τονίζει ο Γρηγόριος, είναι να βάζει φτερά στην ψυχή, να τη σηκώνει από τον κόσμο και να την παραδίδει στον Θεό... Εκείνος ο οποίος πρόκειται να γίνει ιερέας, πρέπει, αυτός να γίνει καθαρός για να μπορέσει να καθαρίσει άλλους.

Το μήνυμα του νέου κληρικού της Ναζιανζού είναι να προσφέρουν όλοι, για όσους έχουν ανάγκη. Γι' αυτό παραγγέλλει:«Βοήθησε, χάρισε τροφή, ρούχο, πρόσφερε φάρμακο, δέσε τραύμα».
 Ειδική ευχή για τους φτωχούς είχε συντάξει ο άγιος Γρηγόριος για να προσεύχονται με αυτήν οι Ιερείς στους ναούς παρακαλώντας τον Θεό για εκείνους. «Υπέρ τοις πενομένοις την επικουρίαν, τοις πτωχοίς την βοήθειαν», δεόταν ο ιερέας κα το εκκλησίασμα αντιφωνούσε τη δική του παράκληση: «Κύριε ελέησον».

Αργότερα, το 372 χειροτονείται επίσκοπος από τον ιεράρχη της Καισαρείας
Μέγα Βασίλειο. Τόπος επισκοπής είναι ένα μικρό χωριό τα Σάσιμα. Δεν αναλαμβάνει όμως την επισκοπή αύτη ο Γρηγόριος διότι διαπιστώνει ένα πολύ εχθρικό κλίμα. Αποδείχθηκε όμως ότι για αλλού τον προόριζε η θεία βουλή.

Η Κωνσταντινούπολη, η πρωτεύουσα του Βυζαντίου ήταν εκείνον τον καιρό από εκκλησιαστική άποψη σε δραματική κατάσταση. Οι αιρετικοί κυριαρχούσαν εκεί και δυνάστευαν τους ορθόδοξους. Όλοι οι ναοί της Βασιλεύουσας ελέγχονταν από αιρετικούς, οπαδούς του Αρείου. Τότε συνήλθε στην Αντιόχεια της Συρίας, Σύνοδος, από 146 ορθόδοξους επισκόπους, η οποία εκτός των άλλων αποφάσισε να καλέσει τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, να μεταβεί στην Κωνσταντιούπολη για να ενισχύσει την πίστη του ορθόδοξου λάου την οποία κατεδίωκαν με λύσα οι αιρέσεις των Αρειανοφρόνων και Πνευματομάχων.

Είχε σημάνει λοιπόν η ώρα του ιεράρχη Γρηγορίου ως υπερασπιστή της διωκόμενης Εκκλησίας, ως προμάχου της Ορθοδοξίας.

Ένας ιδιωτικός, ναός που χτίστηκε από εισφορές ορθοδόξων κα ονομάστηκε Ναός της Αναστασίας, γίνεται κιβωτός Ορθοδοξίας στην Κωνσταντινούπολη. Ακούγονται εκεί βαρυσήμαντα κηρύγματα καί λόγοι του Γρηγορίου πού ερμηνεύουν τα θεία δόγματα.

Οι ομιλίες του ιεράρχη Γρηγορίου, με τα γόνιμα αποτελέσματα τους, φέρουν σε δύσκολη θέση τους αιρετικούς. Τον θεωρούν επικίνδυνο ανατροπέα των σχεδίων τους και αποφασίζουν να δράσουν δυναμικά. Μεθοδεύουν εγκληματικές ενέργειες.

Αποφασίζουν να δράσουν σε ώρα κατανυκτική, τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου προς την Κυριακή της Αναστάσεως του έτους 379 μ.Χ. Τότε, καθώς ό ιεράρχης βάφτιζε κατηχουμένους στο Ναό της Αναστασίας, ένοπλοι αιρετικοί ορμούν κατά του πλήθους των πιστών ορθοδόξων με φοβερές κραυγές καί βρισιές. Σπρώχουν, κλωτσούν, λιθοβολούν και βιαιοπραγούν με ασυγκράτητη μανία. Μπαίνουν στο ιερό και με απερίραπτη, φρικτή ασέβεια ανατρέπουν τα ιερά σκεύη της Αγίας Τράπεζας. Οι φανατικοί αιρετικοί, υπέρμαχοι του Αρείου, όρμησαν κατά του ιεράρχη σαν άγρια γουρούνια, «ώσπερ σύες άγριοι», γράφει ο πρώτος βιογράφος του αγίου.


Στη λυσσαλέα αυτή επίθεση των αιρετικών ο άγιος με ψυχραιμία προβάλλει τη σιωπηλή διαμαρτυρία, το ειρηνικό κλίμα. Μένει ατάραχος και το πλήθος των πιστών τον μιμείται. Η στάση των ορθοδόξων αφοπλίζει τη μανία των αιρετικών που τελικά υποχωρούν νικημένοι.


Μετά το άγριο ξέσπασμα των αιρετικών ο άγιος Γρηγόριος εκφωνεί τους δύο πρώτους λόγους του «περί ειρήνης». «Ειρήνη φίλη, το γλυκύ και πράγμα και όνομα, ω νυν έδωκα τω λαώ και αντέλαβον... Ειρήνη φίλη, το παρά πάντων μεν επαινούμενον αγαθόν, υπ' ολίγων δε φυλασσόμενον...».


Μετά το θάνατο του αρειανόφιλου αυτοκράτορα Ουάλη, ο οποίος είχε στηρίξει τους οπαδούς της χριστομάχου αίρεσης, η Ορθοδοξία άρχίζει να ανασαίνει. Διακόπτεται η εξορία πολλών επισκόπων και λοιπών αγωνιστών της πίστεως. Ο νέος αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Α' υπογράφει, στις 28 Φεβρουαρίου 380 στη Θεσσαλονίκη, πριν φτάσει στην Κωνσταντινούπολη, διάταγμα με το οποίο αναγνωρίζει ως επίσημη την πίστη των ορθοδόξων, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Α' Οικουμενικής Συνόδου. Είναι η ώρα της επικράτησης της Αλήθειας του Χριστού, η ώρα της Ορθοδοξίας.

Στις 14 Νοεμβρίου του 380 φτάνει ο Θεοδόσιος στην Κωνσταντινούπολη και αποφασίζει να τερματίσει τις ραδιουργίες των οπαδών του Αρείου. Για το σκοπό αυτό διατάζει:

Να δοθούν στους ορθοδόξους όλοι οι ναοί οι οποίοι είχαν καταλάβει οι οπαδοί του Αρείου.


Να κατέβει από τον επισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ο αιρετικός Δημόφιλος.

Υπακούοντας στην απαίτηση των Επισκόπων, του κλήρου και του πιστού λαού, αναγνωρίζει ως κανονικό αρχιεπίσκοπο της Κωνσταντινουπόλεως τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και εξαναγκάζει τον σεπτό Ιεράρχη να μπει στον Ναό των Αγίων Αποστόλων, και με απαίτηση σύσωμης της Εκκλησίας που τον ωθεί και τον ακτεθύνει τον ανεβάζει στον θρόνο στις 27 Νοεμβρίου του 380.

Κατά την ήμερα αυτή της θριαμβευτικής εισόδου του Ιεράρχη Γρηγορίου στον Πατριαρχικό Ναό, ο αυτοκράτορας τον προσφωνεί λέγοντας:

«...Ιδού δίδωμί σοι τον οίκον τον ιερόν και τον θρόνον»

Η ανύψωση του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως αναγνωρίζεται επίσημα και επικυρώνεται από τη Β' Οικουμενική Σύνοδο, τον Μάιο του 381.

Μετά την ιστορική εκείνη είσοδο και τη Θεία Λειτουργία  που ακολούθησε στο Ναό των Αγίων Αποστόλων επέστρεψε ο Ιεράρχης στό πενιχρό δωμάτιο του να αναπαυθεί. Τον ακολουθεί πλήθος συνεργατών και πιστών από το ανώνυμο πλήθος για να τον συγχαρεί. Ανάμεσα τους είναι καί ένας υποψήφιος δολοφόνος του, πληρωμένος από τους αιρετικούς να κλείσει για πάντα το στόμα του φλογερού θεολόγου. Μένει τελευταίος με τον άγιο γέροντα αλλά κάποια δύναμη τον εμποδίζει να προχωρήσει στο σχέδιο του. Πέφτει κάτω καί ξεσπάει σε κλάματα. Ο άγιος τον ρωτάει στοργικά να μάθει τι του συμβαίνει. Εκείνος τότε του αποκαλύπτει το συγκλονιστικά μυστικό. Του φέρνεται έπειτα μεγαλόψυχα και τον καλεί να αποδιώξει από την ζωή του την αίρεση και να συστρατευθεί στην Εκκλησία του Χριστού την  Ορθόδοξη.

Σαν αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως ο Γρηγόριος έζησε με υποδειγματική λιτότητα. Περιόρισε τα έξοδα της επισκοπής και δεν δέχτηκε να λάβει το μισθό του αρχιεπισκόπου. Δε συμμετείχε σε δημόσιες εκδηλώσεις κοσμικού χαρακτήρα. Και όταν διαπίστωσε πως υπήρχαν ιεράρχες οι οποίοι τον φθονούσαν, για χάρη της ειρήνης της Εκκλησίας παραιτήθηκε από τον θρόνο του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.  Η παραίτηση του υποβλήθηκε τέλη Ιουνίου, αρχές Ιουλίου του 381.
Παρά τις πολλες παρακλήσεις του λαού, του αυτοκράτωρα αλλά και των μεγάλων Ιεραρχών που αναγνώριζαν τα χαρίσματα και την αξία του, δεν κάμφθηκε, αφού είχε ολοκληρώση την αποστολή του και αυτή δεν είχε στην καρδιά του σχέση με αξιώσεις και αξιώματα, με χαρά και άμεσα επέστρεψε πάλι στην  Ναζιανζό, όπου ζώντας στην αγαπημένη του άσκηση και ησυχία, προσευχόμενος και φροντίζοντας εκ του μακρόθεν τα Εκκλησιαστικά πράγματα της περιοχής αλλά και όλης της Εκκλησίας, ενώ ταυτόχρονα κληροδοτούσε στην ανθρωπότητα πλούσιους καρπούς του Αγίου Πνεύματος συγγράφοντας θεολογικές μελέτες, διδακτικές και δογματικές επιστολές και πολλά ποιήματα, και μέσα σε αυτά τελείωσε η επίγεια ζωή του στις 25 Ιανουαρίου του 391. Με τη διαθήκη του άφησε την περιουσία της οικογένειας του στην Εκκλησία της Ναζιανζού, για τη φροντιδα των αναγκών των αγαπημένων του φτωχών.

Έγραψε 243 Επιστολές, 407 ποιήματα πού αριθμούν 20.000 στίχους καί ωραιότατα Επιγράμματα.


 
ΑΠΟΛΥΤΙΚΟ

 
Ήχος α΄
 
Ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας σου, τάς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας·
ὡς γάρ τά βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καί τά κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι.
Ἀλλά πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.